Αγγούρια της θάλασσας: Πολύτιμα για το περιβάλλον, αλλά και για το οργανωμένο έγκλημα


Σκουρόχρωμα, μακρουλά και αρκετά… φαλλικά ώστε ο λαός να τα βαφτίζει «ψωλιάγκους», τα αγγούρια της θάλασσας ή «ολοθούρια», όπως είναι το πραγματικό τους όνομα, μπορεί να μην είναι όμορφα, όμως είναι πολύτιμα. Για την ακρίβεια, στη διάρκεια των τελευταίων ετών, η τιμή τους αυξάνεται διαρκώς, καθώς γίνονται ολοένα και πιο περιζήτητα.

Για να καταφέρουν να τα αποσπάσουν από τα βάθη των θαλασσών, αλιείς καταφεύγουν στο παράνομο ψάρεμα, παραβιάζοντας θαλάσσια σύνορα και συχνά αφήνοντας χωρίς εισόδημα τους ντόπιους ψαράδες.

Τα αγγούρια της θάλασσας ανήκουν στα εχινόδερμα και – μεταξύ άλλων – θυμίζουν πράγματι το γνωστό λαχανικό. Μπορεί το είδος τους να είναι ασυνήθιστο, όμως διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο για την υγεία των θαλάσσιων οικοσυστμάτων. Καθώς τρέφονται από τα ιζήματα, συνεισφέρουν στην ανακύκλωση των θρεπτικών συστατικών, ενώ στις εκκρίσεις τους περιέχεται άζωτο, αμμωνία και ανθρακικό ασβέστιο που αποτελούν κύρια συστατικά των κοραλλιογενών υφάλων. Επιπλέον, μέσω της διατροφής τους επιβραδύνουν την οξίνιση των ωκεανών που προκαλείται από την ανθρώπινη δραστηριότητα.

Ταυτόχρονα, όμως, αυτά τα άσχημα πλασματάκια του ωκεανού είναι περιζήτητος μεζές στην Ασία και τις χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας, όπου εκτός από τη γεύση τους είναι δημοφιλή και ως συστατικά παραδοσιακών φαρμάκων. Συνήθως τρώγονται σε αποξηραμένη μορφή, ενώ ορισμένοι πιστεύουν (λανθασμένα) ότι έχουν αφροδισιακές ιδιότητες. Η τελευταία χρήση τους είναι ευρέως διαδεδομένη στην Κίνα, ενδεχομένως λόγω του φαλλικού τους σχήματος και της ικανότητάς τους να σκληραίνουν και να εκκρίνουν τα εντόσθιά τους ως μηχανισμό άμυνας.

Έτσι έχει προκύψει ένα απίστευτα κερδοφόρο εμπόριο των ολοθούριων, ενός είδους που απειλείται με εξαφάνιση, το οποίο μάλιστα εντείνεται όλο και περισσότερο στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, τα αγγούρια της θάλασσας κόστιζαν λιγότερες από 50 στερλίνες το κιλό. Πλέον, κοστίζουν πάνω από 200 στερλίνες, ενώ τα σπανιότερα είδη τους μπορεί να φτάσουν ακόμη και τις 2.500 στερλίνες.

Με την πάροδο των ετών, χώρες όπως η Σρι Λάνκα έχουν αντιμετωπίσει ακραία υπεραλίευση των αγγουριών της θάλασσας. Οι παγκόσμιοι πληθυσμοί των ακριβότερων ειδών έχουν μειωθεί κατά περισσότερο από 60%.

Πλέον, το μικρό τροπικό νησί της Σρι Λάνκα προσελκύει όλο και περισσότερους παγκόσμιους αλιείς και λαθρεμπόρους. Οι πάνω από 10.000 οικογένειες ψαράδων που ζουν στις βόρειες ακτές της, εκφράζουν την αγωνία τους.

«Οι πληθυσμοί μειώνονται λόγω της υπεραλίευσης. Το γεγονός αυτό επηρεάζει την βιοποικιλότητα, αλλά και τον βιοπορισμό των ψαράδων που εξαρτώνται από αυτή τη δραστηριότητα», τονίζει στον Guardian ο Καμάρι Ντισαναγιάκε, λέκτοεας ζωολογίας στο Πανεπιστήμιο Sri Jayewardenepura της Σρι Λάνκα.

Οι παράνομες βάρκες, μάλιστα, καταστρέφουν τον εξοπλισμό των ντόπιων ψαράδων κατά τις προσπάθειές τους να πιάσουν τα αγγούρια της θάλασσας. Όπως σημειώνει στον Guardian ο Άντονι Βιγκράδο, ένας 31χρονος ψαράς από τη Σρι Λάνκα, ορισμένοι ντόπιοι αλιείς έφτασαν ακόμη και στην αυτοκτονία, εξαιτίας της ανέχειας.

«Όλη τους η επένδυση καταστράφηκε εξαιτίας αυτής της κατάστασης», αναφέρει. «Αυτές οι βάρκες δεν νοιάζονται για εκείνους και όταν μπαίνουν στα νερά μας, είναι μόνο χασούρα για εμάς τους ψαράδες».

Ο Στάνι Λάμπερτ, ένας 31χρονος δύτης από το Μανάρ, δηλώνει λυπημένος και θυμωμένος από την έκταση αυτής της παράνομης δραστηριότητας.

«Είναι ανήθικο και είμαστε εγκλωβισμένοι, γιατί μαζεύουν τα πάντα πριν από εμάς», εξηγεί, σημειώνοντας ότι ο ίδιος και ο πατέρας του έχουν άδεια αλιείας ολοθούριων εδώ και 11 χρόνια, ενώ είναι οι μόνοι εργαζόμενοι στην οικογένειά τους.

Το μεγαλύτερο μέρος της εγκληματικής δραστηριότητας που καταγγέλλεται, εκμεταλλεύεται τις διαφορές των κανονισμών μεταξύ των διαφορετικών χωρών. Αν και η Γαλλία εκδίδει άδειες αλιείας και επιτρέπει τις εξαγωγές ολοθούριων, για παράδειγμα, στην Ινδία και οι δύο δραστηριότητες απαγορεύονται πλήρως από το 2001.

Έτσι, τα αγγούρια της θάλασσας είτε ψαρεύονται παράνομα στην Ινδία και στη συνέχεια πωλούνται λαθραία στη Σρι Λάνκα, από όπου εξάγονται νόμιμα προς της νοτιοανατολική Ασία, είτε εξάγονται απ’ ευθείας από την Ινδία ως άλλα προϊόντα.

Τον περασμένο Αύγουστο, τρεις άνδρες συνελήφθησαν ενώ προσπαθούσαν να διακινήσουν λαθραία σχεδόν 1.000 κιλά αγγουριών της θάλασσας, τα οποία σύμφωνα με την ινδική ακτοφυλακή θα τους απέφεραν περίπου 500.000 στερλίνες στη διεθνή αγορά. Τον περασμένο μήνα σημειώθηκε άλλο ένα αντίστοιχο περιστατικό.

Και παρά τις προσπάθειες των αρχών, το πρόβλημα διαρκώς επιδεινώνεται, καθώς η τιμή των «αγγουριών» αυξάνεται διαρκώς. Η ζήτησή για ολοθούρια έχει οδηγήσει σε φονική βία στο Μεξικό, στην Ιαπωνία στο εμπόριο των αγγουριών εμπλέκεται η γιάκουζα, όπως ονομάζεται η μαφία της χώρας, ενώ το λαθρεμπόριό τους ανθεί στην ενδοχώρα της Ζανζιβάρης και της Τανζανίας.

Σύμφωνα με την OceansAsia, το οργανωμένο έγκλημα που έχει αναπτυχθεί γύρω από αυτό το ιδιαίτερο εμπόριο, πλέον έχει αρχίσει να πλήττει και παρθένες περιοχές στις ακτές της Ινδίας.

Στη μεγαλύτερη κατάσχεση που έχει καταγραφεί μέχρι σήμερα, η αστυνομία εντόπισε μετά από καταγγελία ντόπιων ψαράδων 1.716 αγγούρια της θάλασσας, αξίας σχεδόν 420.000 στερλίνων, κρυμμένα σε κοραλλιογενείς υφάλους κοντά στο Σουχέλι, ένα ακατοίκητο νησί της Ινδίας, τον Φεβρουάριο του 2020.

Αιτία για αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό η εξάντληση των αποθεμάτων σε περιοχές όπου η αλιεία είναι νόμιμη.

Πλέον, γίνονται προσπάθειες για την αποτροπή του φαινομένου, μεταξύ άλλων και μέσω της κήρυξης ενός τμήματος του Λακσαντγουίπ, μιας παρθένας περιοχής στο αρχιπέλαγος στα νοτιοδυτικά της Ινδίας σε πρώτη περιοχή συντήρησης των αγγουριών της θάλασσας στον κόσμο και τη δημιουργία βάσεων κατά του λαθρεμπορίου στα νησιά της περιοχής. Επιπλέον, το Κεντρικό Γραφείο Ερευνών της Ινδίας συνέβαλε στον σχηματισμό της ομάδας δράσης για την προστασία των αγγουριών της θάλασσας στην περιοχή.

Όμως οι ειδικοί συμφωνούν πως εκτός από τη διάρρηξη της εφοδιαστικής αλυσίδας του παράνομου εμπορίου ολοθούριων, το οποίο έχει πλήξει στο παρελθόν και τη χώρα μας, είναι απολύτως απαραίτητη και η εκπαίδευση των ντόπιων, προκειμένου να αντιληφθούν πόσο σημαντικά είναι τα συγκεκριμένα ζώα για την προστασία του περιβάλλοντος.



Πηγή