Βίασε, βασάνισε, σκότωσε 138 παιδιά και σε λίγο αποφυλακίζεται
Μέσα σε μια φυλακή υψίστης ασφαλείας, απομονωμένη γεωγραφικά στις ερημιές της Κολομβίας, εκτίει την ποινή του ένας άντρας που ονομάζεται Luis Garavito.
Ακόμα κι εκεί, ζει απομονωμένος από τους άλλους τροφίμους, χωρίς καμία επαφή με τον γενικό πληθυσμό της φυλακής.
Οι κολομβιανές αρχές λένε πως αυτά τα μέτρα έχουν παρθεί για τη δική του προστασία. Τον έχουν συμβουλεύσει μάλιστα να παίρνει φαγητό και νερό μόνο από τους σωφρονιστικούς υπαλλήλους και κανέναν άλλο.
Οι φύλακες τον περιγράφουν ως πράο άνθρωπο, που φαίνεται να διατηρεί μια θετική και αισιόδοξη στάση για τη ζωή.
Ο κρατούμενος έχει πέσει με τα μούτρα στη μελέτη και οι τελευταίες αναφορές τον εμφανίζουν ακόμα και γραμμένο σε πανεπιστήμιο της Κολομβίας. Λέει πως θέλει να ακολουθήσει πολιτική καριέρα.
Βγαίνει εξάλλου του χρόνου και επιδιώκει ένα νέο ξεκίνημα στη ζωή του. Τον πολιτικό ακτιβισμό έχει κατά νου. Αλλά και την υποστήριξη κακοποιημένων παιδιών.
Στα κακοποιημένα παιδιά είναι εξάλλου αυθεντία. Έχει κακοποιήσει πάνω από 300 μόνος του. Κι αυτό δεν είναι αρρωστημένο αστείο, παρά τραγική ειρωνεία.
Σε λιγότερο από μία δεκαετία, βίασε, βασάνισε και σκότωσε εκατοντάδες παιδιά και νεαρούς εφήβους. Κάπου 138 θυμόταν όταν τον έπιασαν το 1999, δεν έχει σταματήσει ωστόσο να ανακαλεί κι άλλα φονικά μέσα στη φυλακή.
Η αστυνομία θεωρεί πως τα θύματά του έχουν ξεπεράσει τον αδιανόητο αριθμό των 300 ανθρώπων.
Κι αυτός κάνει εδώ και χρόνια ό,τι μπορεί για να έρθουν στην επιφάνεια οι σκελετοί με τους οποίους έχει γεμίσει την Κολομβία, μπας και αναπαυτούν κάποια στιγμή οι χαροκαμένες οικογένειες…
Τα πρώτα χρόνια του Garavito
Ο Luis Alfredo Garavito γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 1957 σε ένα σπίτι όπου ήρθε από την πρώτη στιγμή σε επαφή με το κακό πρόσωπο της ζωής. Ο αλκοολικός πατέρας του χτυπούσε τον ίδιο, τα αδέρφια του και την ουσιοεξαρτημένη μητέρα τους, την οποία κάποια δημοσιεύματα εμφανίζουν να εργάζεται ως ιερόδουλη.
Ακόμα χειρότερα, σύμφωνα με κάποιες πηγές ο πατέρας Garavito ανάγκαζε τον μικρό Luis να παρακολουθεί τη μητέρα του να συνευρίσκεται ερωτικά με τους πελάτες της, προσφέροντας με αμοιβή το παιδί στις διεστραμμένες ορέξεις κάποιων.
Αν και πόσο αληθεύουν όλα αυτά δεν είναι γνωστό, για να το σκάσει πάντως ένα παιδί 8 χρονών από το σπίτι του και να επιλέξει να ζει στους δρόμους κάτι πολύ μοχθηρό θα συνέβαινε στο πατρικό του.
Ο μικρός εντάχθηκε τελικά σε μια ανήλικη συμμορία που λήστευε περαστικούς για να επιβιώσει. Κάποια στιγμή εγκατέλειψε τη ζωή του περιθωρίου για να περάσει στη νομιμότητα.
Εργαζόταν ως ανειδίκευτος εργάτης στα μήκη και τα πλάτη της Κολομβίας, πηγαίνοντας όπου υπήρχε μεροκάματο.
Τότε ήταν που σύναψε δεσμό με μια κοπέλα που είχε ένα μικρό παιδί. Και φαινόταν να τα πηγαίνει για πρώτη φορά καλά στη ζωή του, έχοντας μια σταθερότητα.
Η γέννηση του «Τέρατος»
Ως «Τέρας» (La Bestia) θα έμενε γνωστός ο άνθρωπος με το τόσο δύσκολο ξεκίνημα στη ζωή. Από το 1992-1997, ο Garavito κακοποίησε σεξουαλικά, βασάνισε και σκότωσε από 150-400 αγόρια και εφήβους, ηλικίας 6-16 ετών.
Για 138 θύματα καταδικάστηκε, οι Αρχές υποπτεύονταν ωστόσο από την αρχή πως το νούμερο ήταν τραγικά μεγαλύτερο. Και ο ίδιος θα θυμόταν αργότερα κι άλλα θύματα, πολλά θύματα, που κατέληξαν σε εκταφές σκελετών με τη σέσουλα.
Η κολομβιανή αστυνομία έλεγε από την πρώτη στιγμή πως το νούμερο είναι πιο κοντά στο 400 παρά στο 150. Και συνεχίζει να το αποδεικνύει ως και σήμερα.
Πίσω στο 1992 τώρα, η Κολομβία μαστιζόταν από δεκαετίες συγκρούσεων και εμφύλιων συρράξεων. Οι μάχες της FARC (Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις Κολομβίας) και των ανταρτών του ΕLΝ (Εθνικός Απελευθερωτικός Στρατός) με το επίσημο κράτος είχαν αφήσει χιλιάδες εκτοπισμένους και αστέγους.
Αυτοί έπρεπε να τα καταφέρουν εντελώς μόνοι και μεταξύ τους ήταν και πολλά παιδιά. Παιδιά μόνα, με τους γονείς τους να έχουν σκοτωθεί στη μάχη ή να είναι αγνοούμενοι. Κανείς δεν θα καταλάβαινε αν χάνονταν από τους δρόμους. Και κανείς δεν το κατάλαβε εξάλλου.
Ο Garavito ήταν ουσιαστικά ελεύθερος να τα μετατρέπει σε στόχο της διεστραμμένης του μανίας. Γνώριζε ότι τα πιτσιρίκια ήταν στα αζήτητα και θα το εκμεταλλευόταν αυτό στο έπακρο για τα επόμενα 7 χρόνια.
Κι ενώ δεν θα χρειαζόταν ίσως, εμφανιζόταν ιδιαιτέρως προσεκτικός με τα εγκλήματά του. Στόχευε αποκλειστικά τα παιδιά του δρόμου, άστεγα, ρακένδυτα και ορφανά, όσα για την υπόσχεση ενός πιάτου φαγητού θα τον ακολουθούσαν παντού.
Όταν έβρισκε τον στόχο του, τον ξεμονάχιαζε από τους πολύβουους δρόμους των πόλεων με την ίδια πάντα πρόφαση: φαγητό ή γλύκισμα στα μικρά αγόρια, λεφτά ή δουλειά στα μεγαλύτερα.
Όταν το θύμα ήταν μάλιστα έφηβος, ο Garavito υποδυόταν τον παπά, τον αγρότη, τον ηλικιωμένο, ακόμα και τον πλανόδιο πωλητή. Και όλοι αυτοί χρειάζονταν κάποιον «μικρό» για να τρέχει θελήματα.
Και ήταν μάλιστα τόσο προσεκτικός που ποτέ του δεν χρησιμοποιούσε την ίδια αμφίεση δεύτερη φορά στο ίδιο μέρος. Όχι πως θα κινούσε σε κανέναν υποψίες, αυτός όφειλε ωστόσο να λαμβάνει κάθε προφύλαξη.
Όταν έφταναν κάπου απομονωμένα, ήταν πια ελεύθερος να δράσει. Όπως έχει εξομολογηθεί, βάδιζε πάντα κάποια χιλιόμετρα με το θύμα στο πλευρό του, ενθαρρύνοντάς το να του αποκαλύπτει πράγματα για τη ζωή του. Όχι γιατί νοιαζόταν, αλλά επειδή ήθελε να κουράσει το θύμα με την πεζοπορία. Και μόνο τότε χτυπούσε.
Και το «Τέρας» δικαίωνε το τρομακτικό του παρατσούκλι. Σύμφωνα με τις περιγραφές της αστυνομίας, ξεπερνούσε συνεχώς τον εαυτό του σε όρους θηριωδίας. Τα σώματα των θυμάτων του που έχουν βρεθεί εμφάνιζαν σημάδια παρατεταμένου βασανισμού και ανείπωτης σεξουαλικής κακοποίησης.
Χωρίς να μπούμε σε άλλες περιγραφές, πλήθος παιδιών βρέθηκαν με τα γεννητικά τους όργανα κομμένα και τοποθετημένα στο στόμα τους. Άλλα πάλι πτώματα ήταν ακέφαλα…
Η σύλληψη
Χαρακτηριστικό της άνομης κατάστασης που επικρατούσε στην Κολομβία είναι το γεγονός ότι η αστυνομία θα χρειαζόταν 5 ολόκληρα χρόνια για να καταλάβει πως κάτι κακό πλανιόταν στους δρόμους.
Ακόμα κι έτσι όμως, οι έρευνες δεν ήταν ακριβώς πυρετώδεις. Μόνο στα τέλη του 1997, όταν ανακαλύφθηκε ένας μαζικός τάφος με κάποια από τα θύματά του, θα ξεκινούσε μια κανονική αστυνομική έρευνα για την εξαφάνιση των παιδιών.
Επόμενος σταθμός ο Φεβρουάριος του 1998, όταν τα πτώματα δυο γυμνών αγοριών βρέθηκαν το ένα δίπλα στο άλλο σε μια πλαγιά της Τούνχα. Λίγα μέτρα παρακεί υπήρχε και τρίτο πτώμα. Πάλι παιδιού. Όλα τους είχαν τα χέρια δεμένα και τους λαιμούς κομμένους. Μερικά μέτρα πιο μακριά ήταν το όπλο του εγκλήματος.
Σαρώνοντας την περιοχή για ευρήματα, οι αστυνομικοί σκόνταψαν πάνω σε ένα σημείωμα με μια χειρόγραφη διεύθυνση. Ήταν η διεύθυνση του σπιτιού της συντρόφου του Garavito, με την οποία διατηρούσαν δεσμό εδώ και χρόνια.
Το «Τέρας» έλειπε από το σπίτι όταν έκανε η αστυνομία την επίσκεψή της, η κοπέλα του πάντως συνεργάστηκε απόλυτα με τις Αρχές. Σε μια τσάντα με προσωπικά του αντικείμενα βρήκαν φωτογραφίες μικρών παιδιών, λεπτομερές ημερολόγιο με τα εγκλήματά του, ακόμα και αύξοντα αριθμό θυμάτων.
Η αναζήτησή του συνεχίστηκε για μέρες. Τώρα η αστυνομία κινήθηκε συντονισμένα, ψάχνοντας μέρη που σύχναζε και διευθύνσεις παλιότερων σπιτιών του. Δεν έβγαλαν κάτι, ως τις 22 Απριλίου τουλάχιστον, μια βδομάδα σχεδόν μετά το ανθρωποκυνηγητό που είχαν εξαπολύσει εναντίον του.
Τότε ήταν που τοπικό αστυνομικό τμήμα σε μια κωμόπολη έπιασε έναν ύποπτο για απόπειρα βιασμού. Ένας άστεγος είδε έναν άντρα να ακολουθεί ένα 12χρονο παιδάκι και είπε να παρέμβει. Έσωσε τον μικρούλη και ενημέρωσε τις αρχές.
Χωρίς να το γνωρίζει, το αστυνομικό τμήμα είχε συμπτωματικά στα χέρια του κάποιον με πολύ φριχτότερα εγκλήματα από μια απόπειρα βιασμού. Το ίδιο το «Τέρας» που αναζητούσε όλη η αστυνομία της Κολομβίας.
Την ανάκρισή του ανέλαβε κεντρική αστυνομική υπηρεσία και ο 42χρονος πια Garavito «έσπασε» κάποια στιγμή. Ομολόγησε την κακοποίηση και τον φόνο 147 αγοριών. Πού τα είχε θάψει όλα δεν θυμόταν, έφτιαξε όμως αρκετούς χάρτες για την αστυνομία.
«Αυτό δεν έχει προηγούμενο στην Κολομβία», δήλωσε ο εισαγγελέας Alfonso Gomez Mendez σε συνέντευξη Τύπου τον Οκτώβριο του 1999, που κατέγραψε το πρακτορείο ΑΡ. Ο εισαγγελέας είπε πως η αστυνομική έρευνα κράτησε 18 μήνες, καθώς εξαφανίσεις παιδιών είχαν σε τουλάχιστον 11 πολιτείες της Κολομβίας.
Σύμφωνα με την εισαγγελία, είχαν εντοπίσει τα πτώματα 114 ανήλικων αγοριών. Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ του Αssociated Press, τον επόμενο μήνα (Νοέμβριος 1999) ανακαλύφθηκε μαζικός τάφος στην Περέιρα με τα απομεινάρια 25 αγοριών, ηλικίας 8-16 ετών.
Οι ανακριτικές αρχές πίστεψαν πως επρόκειτο για κάποια σατανιστική σέχτα. Η έρευνα αναγνώρισε ωστόσο εύκολα στα τραγικά θύματα τον modus operandi του Garavito. Ήταν ο τραγικός επίλογος, για την Κολομβία τουλάχιστον.
Γιατί ο Garavito ταξίδευε συχνά στη χώρα, για βιοποριστικές ανάγκες, και είχε περάσει και κάποιο διάστημα στον Ισημερινό. Οι αρχές του οποίου θα ξεκινούσαν τώρα τη δική τους έρευνα για εξαφανίσεις παιδιών.
Σε έναν από τους αυτοσχέδιους τάφους εντόπισαν οι αστυνομικοί ένα ζευγάρι γυαλιά. Ήταν ειδικά φτιαγμένα για την πολύ σπάνια πάθηση των οφθαλμών που πάσχει ο serial killer. Χωρίς να χρονοτριβούν, τον καταδίκασαν για 138 φόνους. Λίγη σημασία είχε εξάλλου ο τελικός αριθμός.
Το ανώτατο όριο ποινής για φόνο στην Κολομβία είναι τα 13 χρόνια. Πολλαπλασιαζόμενο με το 138 (συν μερικά ακόμα για άλλα κακουργήματα), η ποινή αποκρυσταλλώθηκε στα 1.853 χρόνια και 9 μέρες. Το ποινικό σύστημα της χώρας προβλέπει ωστόσο πως κανείς δεν μπορεί να μείνει για περισσότερο από 40 χρόνια πίσω από τα κάγκελα.
Ο Garavito συνεργάστηκε μάλιστα από την πρώτη στιγμή με την αστυνομία. Με τη δική του βοήθεια εντοπίστηκαν τόσα και τόσα πτώματα και κάποια μάλιστα ταυτοποιήθηκαν. Το ίδιο συνέχισε να κάνει και πίσω από τα κάγκελα.
Η συνεργασία με την αστυνομία μείωσε την ποινή του στα 22 χρόνια. Η αποφυλάκισή του προορίζεται πράγματι για το 2021. Αν δεν επιστρατευτεί τελικά ο κολομβιανός νόμος που ορίζει ότι εγκλήματα κατά παιδιών επισύρουν τουλάχιστον 60 χρόνια πίσω από τα κάγκελα.
Ο ίδιος νόμος αφαιρεί από τον καταδικασθέντα οποιοδήποτε «δικαστικό προνόμιο». Και τέτοια είναι τόσο το ανώτατο εθνικό όριο των 40 ετών, όσο και η μείωση της ποινής του στα 22 χρόνια επειδή συνεργάστηκε με την αστυνομία.
Με την είδηση ότι το «Τέρας» αποφυλακίζεται του χρόνου, η κοινή γνώμη της Κολομβίας αποτροπιάστηκε. Νομικοί κύκλοι μιλούν για ψεγάδι του συστήματος, το γεγονός ότι δεν προβλέπονται αυστηρότερες ποινές για κατά συρροή εγκληματίες.
Κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει. Θα φανεί σε μερικούς μήνες…