Ποιος είναι τελικά ο ένατος πλανήτης του ηλιακού μας συστήματος, και γιατί δεν μπορούμε να τον δούμε;


Ήδη από το 19ο αιώνα, ο πλούσιος επιχειρηματίας και εξερευνητής Πέρσιβαλ Λόουελ έκανε λόγο για την ύπαρξη ενός μυστηριώδους ένατου πλανήτη στο ηλιακό μας σύστημα.

Ανάμεσα στις θεωρίες του μελετητή για το διάστημα συγκαταλέγονταν και πολλές ακόμα, όπως η παρουσία Αρειανών στον πλανήτη Άρη και το ότι ο πλανήτης Αφροδίτη έφερε αχτίδες σαν τις ηλιακές.

Οι θεωρίες αυτές με το πέρασμα του καιρού αμφισβητήθηκαν επιστημονικά και μπήκαν στο συρτάρι, μαζί με την θεωρία του Λόουελ περί ενάτου πλανήτη- η οποία, ωστόσο, έμελλε να ξαναβγεί στην επιφάνεια μερικά χρόνια μετά.

Το γεγονός ότι τα ουράνια σώματα στα όρια του ηλιακού μας συστήματος – όπως οι πλανήτες Ουρανός και Ποσειδώνας- φαίνονταν να κινούνται σε περίεργη τροχιά, οδήγησε τους αστρονόμους του 20ού αιώνα στην εκτίμηση ότι τα αντικείμενα αυτά έλκονταν από τη βαρύτητα κάποιου σώματος που έμενε ακόμη να ανακαλυφθεί.

Στις 18 Φεβρουαρίου του 1930, ο εντοπισμός του Πλούτωνα καθησύχασε προσωρινά τους επιστήμονες ότι το ουράνιο σώμα είχε βρεθεί.

Ο πλανήτης Πλούτωνας.

Ο Πλούτωνας, όμως, παραήταν μικρός για να μπορεί μέσω της βαρύτητάς του να επηρεάζει την τροχιά τόσων- και τόσο μεγαλύτερων- πλανητών, όπως ο Ουρανός και ο Ποσειδώνας.

Πέραν αυτού, η ανακάλυψη της λεγόμενης «Ζώνης του Κάιπερ» στο εξωτερικό του ηλιακού μας συστήματος, που έγινε το 1989 από την αποστολή του Voyager 2, οδήγησε τους αστρονόμους στην εκτίμηση ότι ο Πλούτωνας αποκλείεται να ήταν το μοναδικό μεγάλο ουράνιο σώμα που βρίσκεται στην περιοχή.

Η Ζώνη του Κάιπερ περιλαμβάνει χιλιάδες παγωμένα ουράνια σώματα- από πλανήτες-νάνους (όπως χαρακτηρίστηκε το 2016 και ο Πλούτωνας), έως τρισεκατομμύρια αστεροειδείς και κομήτες που εκτείνονται σε μια περιοχή που ξεπερνά τα 100.000 χιλιόμετρα.

Η ζώνη του Κάιπερ.

Μεταξύ των αντικειμένων, οι επιστήμονες αναγνώρισαν και μελέτησαν προσεκτικότερα τους πλανήτες-νάνους «Έρις», «Κουαόαρ» και «Σέντνα», όλοι εκ των οποίων δεν θα μπορούσαν να ασκούν ισχυρή βαρυτική έλξη σε άλλα σώματα, ενώ  και οι ίδιοι φαίνεται να ακολουθούν ιδιαίτερα ιδιόμορφες τροχιές, σαν να υφίστανται επίσης έλξη από κάτι άλλο.

Η Σέντνα, μάλιστα, χρειάζεται 11.000 χρόνια για να ολοκληρώσει μια μόνο τροχιά της- η οποία δε φαίνεται να ακολουθεί μια ελλειπτική πορεία γύρω από τον Ήλιο, όπως συμβαίνει με τη Γη και τους περισσότερους πλανήτες του συστήματός μας, αλλά ακολουθεί μια ακανόνιστη πορεία 135 δισεκατομμυρίων χιλιομέτρων από το σημείο στο οποίο βρισκόταν αρχικά μέχρι το τελικό της σημείο στα άκρα του συστήματος.

Μέχρι στιγμής, έχουν ανακαλυφθεί συνολικά 19 ουράνια σώματα αρκετά μεγάλου μεγέθους, που σημειώνουν τέτοιου είδους αναπάντεχες τροχιές στη ζώνη του Κάιπερ.

Αρχικά, οι επιστήμονες πρότειναν την ύπαρξη κάποιου άγνωστου πλανήτη, μεγέθους 5-10 φορές μεγαλύτερου από τη Γη, για να εξηγήσουν το φαινόμενο.

Μαντεύοντας το ποια θα μπορούσε να είναι η σύστασή του, έκαναν λόγο για έναν παγωμένο πλανήτη με συμπαγή πυρήνα, κατά το πρότυπο του Ποσειδώνα και του Ουρανού.

Ο πλανήτης Ποσειδώνας.

Το πρόβλημα είναι ότι αυτός ο πλανήτης δεν έχει εντοπιστεί, και κάτι τέτοιο θα ήταν δύσκολο.

Οι επιστήμονες συνήθως ψάχνουν για ομάδες ουράνιων σωμάτων που φέρουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, πριν εντοπίσουν κάποιον από αυτούς.

Η έρευνα για ένα και μόνο συγκεκριμένο σώμα, τα χαρακτηριστικά του οποίου δεν είναι ακριβώς γνωστά, αποδεικνύεται πολύ πιο δύσκολη.

Είναι πιθανό, ψάχνοντας για πλανήτη, οι επιστήμονες να μη βρούνε τίποτα.

Κάτι που θα μπορούσε επίσης να ασκεί μεγάλη βαρυτική έλξη στα κοντινά του αντικείμενα θα ήταν, όπως εκτιμούν πλέον οι επιστήμονες, μια μαύρη τρύπα.

Αναπαράσταση μαύρων τρυπών.

Μέχρι στιγμής, οι επιστήμονες έχουν εντοπίσει στο διάστημα δύο ειδών μαύρες τρύπες: τις υπερμεγέθεις (supermassive) και τις αστρικές (stellar), η μάζα των οποίων υπερβαίνει 2 ή 3 φορές την μάζα του Ήλιου, όσον αφορά τις αστρικές, και δισεκατομμύρια φορές όσον αφορά τις υπερμεγέθεις.

Οι επιστήμονες ωστόσο θεωρούν ότι υπάρχει και ένα τρίτο είδος μαύρων τρυπών, οι λεγόμενες «πρωτόγονες» (primordial), οι οποίες δημιουργήθηκαν κατά την πρώτη ή δεύτερη έκρηξη του Big Bang και λόγω των συνθηκών συρρικνώθηκαν και πύκνωσαν τόσο, ώστε να έχουν το μέγεθος ενός πορτοκαλιού.

Μια τέτοια τρύπα δεν θα μπορούσε να εντοπιστεί εύκολα από τα τηλεσκόπια λόγω του χρώματος και της εξαιρετικά μικρής της μάζας, ωστόσο θα μπορούσε να ασκεί βαρυτική έλξη σε ποικίλα αντικείμενα στη «γειτονιά» της.

Θα έπρεπε να ανησυχούμε υπό το φως μιας τέτοιας προοπτικής;

Οι επιστήμονες λένε πως όχι. Στο κάτω-κάτω, ακόμη και στο κέντρο του ηλιακού μας συστήματος υπάρχει μια υπερμεγέθης μαύρη τρύπα, όμως οι πλανήτες όπως η Γη βρίσκονται σε σταθερή τροχιά γύρω από αυτήν και δεν κινδυνεύουν άμεσα από το να τους «καταπιεί».

Η πρώτη φωτογραφία μαύρης τρύπας που τραβήχτηκε ποτέ.

Ακόμη μικρότερος είναι, λοιπόν, ο κίνδυνος να απορροφηθούν από μια τρύπα που βρίσκεται πολύ μακρύτερα από αυτούς, όπως η υποτιθέμενη μαύρη τρύπα στη ζώνη του Κάιπερ.

«Μια μαύρη τρύπα δεν λειτουργεί όπως μια ηλεκτρική σκούπα», λέει ο καθηγητής φυσικής Τζέιμς Άνγουιν, από το πανεπιστήμιο του Ιλινόις.

Το αν θα διαπιστωθεί όντως η ύπαρξη μιας πρωτόγονης μαύρης τρύπας- ή ενός τεράστιου παγωμένου πλανήτη- στα άκρα του ηλιακού μας συστήματος δεν είναι βέβαιο ότι θα συμβεί, και πότε.

Πάντως, η έρευνα γύρω από το ζήτημα αυτό έχει βοηθήσει τους επιστήμονες στο να κατανοήσουν καλύτερα το ηλιακό μας σύστημα και το πώς λειτουργούν ένα σωρό ουράνια σώματα.

Με την αφορμή του φαινομένου αυτού, λοιπόν, μπορούμε τουλάχιστον να περιμένουμε πολλές ακόμη συναρπαστικές ανακαλύψεις στο μέλλον.

ΠΗΓΗ: BBC , eleftherostypos.gr



agrinio24.gr