Τα μοναστήρια στην Επανάσταση του 1821


Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἦταν τὸ Α καὶ τὸ Ω γιὰ τὸ ὑπόδουλο γένος. Τὸ ράσο κόλπωνε μέσα του τὴ ρωμιοσύνη καὶ ἡ ρωμιοσύνη κολπωνόταν μέσα στὸ ράσο. Αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ τὸ ἀνατρέψει καμιὰ δύναμη. Ἀνυπολόγιστης ἀξίας εἶναι ἡ καθαρῶς πολεμικὴ προσφορὰ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν μοναστηριῶν στὸν Ἀγῶνα τῆς Ἐθνικῆς Παλιγγενεσίας. Τὰ μοναστήρια ὑπῆρξαν τὰ προπύργια καὶ ὁρμητήρια τοῦ Ἀγῶνα.

Τὸ 1575 κήρυξε ἐπανάσταση στὴ Μάνη ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἐπιδαύρου Μακάριος Μελισίδης, καὶ τὸ 1770 στὸ Αἴγιο ὁ Μητροπολίτης Πατρῶν Παρθένιος καὶ στὴν Κόρινθο ὁ Μητροπολίτης Μακάριος Νοταρᾶς.

Τὸ 1600 καὶ τὸ 1609 ἔκανε ἐπαναστατικὸ κίνημα ὁ Διονύσιος ὁ Φιλόσοφος (ὁ ἀποκαλούμενος ἀπὸ τοὺς Τούρκους Σκυλόσοφος), Μητροπολίτης Λαρίσης καὶ Τρίκκης, ὁ ὁποῖος τελικὰ βρῆκε μαρτυρικὸ θάνατο στὰ Γιάννενα τὸ 1611.

Τὸ 1684 ὁ Μητροπολίτης Ἄμφισσας Φιλόθεος πολέμησε κοντὰ στὴν Κόρινθο μὲ δικό του σῶμα ἐναντίον τῶν Τούρκων, ὅπου καὶ τραυματίστηκε θανάσιμα. Τὸν ἴδιο χρόνο ὁ Μητροπολίτης Κεφαλληνίας Τιμόθεος Τυπάλδος συγκρότησε ἐπαναστατικὸ σῶμα μὲ 150 κληρικοὺς κι ἔλαβε μέρος σὲ ἀπελευθερωτικὲς προσπάθειες.

Οἱ Μητροπολῖτες Σαλώνων Τιμόθεος, Θηβῶν Ἰερόθεος, Λαρίσης Μακάριος, Εὔβοιας Ἀμβρόσιος, διετέλεσαν ὁπλαρχηγοί.

Ὁ Παπαβλαχάχας ἦταν ἀρχηγὸς τῶν ἁρματολῶν τῶν Χασίων. Βρῆκε τραγικὸ θάνατο ἀπὸ τὸν Ἀλὴ Πασὰ στὰ Γιάννενα.

Ἡ μαρτυρικὴ θυσία τοῦ Πατριάρχη Κῶν/πόλεως Ἁγίου Γρηγορίου Ε’ καὶ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου Κυπριανοῦ ἔδωσαν ὤθηση στὸν Ἀγῶνα. Ὁ διάκος τοῦ Πατριάρχη Γρηγορίου τοῦ Ε’, Νικηφόρος Ρωμανίδης, ἀφοῦ χειροτονήθηκε ἱερέας καὶ χειροθετήθηκε καὶ Ἀρχιμανδρίτης, ὑπηρέτησε καὶ διακρίθηκε ὡς ναυμάχος κάτω ἀπὸ τὶς διαταγὲς τοῦ Ἀνδρέα Μιαούλη.

Ὁ Ἠσαΐας Σαλώνων κήρυξε τὴν ἐπανάσταση στὶς 27.3.1821 στὴν περιφέρειά του, μέσα στὸ γνωστὸ μοναστῆρι τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ Βοιωτίας.

Ἡ Μονὴ τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ, μετὰ τὴ σύσκεψη τοῦ Δεσπότη Σαλώνων, στὰ μέσα τοῦ Μάρτη τοῦ 1821 μὲ τοὺς ὁπλαρχηγοὺς τῆς Περιφέρειας Ἀθανάσιο Διάκο, κ.ἄ., ἔγινε κέντρο ἐπαναστατικὸ καὶ κατασκευῆς φυσεκιῶν.

Ὁ Δημήτριος Ὑψηλάντης εἶχε τὸ ἀρχηγεῖο του στὸ μοναστῆρι τοῦ Ἁγίου Νικολάου Πέτρας.

Ὁ Ἀρχιστράτηγος τῆς Ρούμελης Γεώργιος Καραϊσκάκης εἶχε τ’ ὁρμητήριό του στὴν Ἱερὰ Μονὴ Παναγίας Προυσιώτισσας (Προυσοῦ) τῆς Εὐρυτανίας.

Ὁ Ἱερομόναχος Σεραφεὶμ ἀπὸ τὸ Φανάρι Θεσσαλίας ἡγήθηκε τῆς ἐπανάστασης τῶν Ἀγραφιωτῶν.

Τὸ μοναστῆρι τοῦ Ὀμπλοῦ Πατρῶν ἦταν στρατηγεῖο τῶν ἐπαναστατῶν τῆς περιοχῆς.

Ἡ πρώτη γαλανόλευκη σημαία εὐλογήθηκε στὸ μοναστῆρι τοῦ Εὐαγγελισμοῦ στὴ Σκιάθο τὸ 1807.

Ὁ Ἄνθιμος Ἀργυρόπουλος, ἱερομόναχος, δέχτηκε στὸ μοναστῆρι του τὴν οἰκογένεια Μπότσαρη καὶ τὴν περιέθαλψε, μετὰ τὴν ἅλωση τοῦ Σουλίου. Ὁ ἴδιος στὴ Ζάκυνθο, κατὰ τὸν ἱστοριογράφο Π. Χιώτη, ὅρκισε μέλη τῆς Φιλικῆς Ἐταιρίας τὸ Θ. Κολοκοτρώνη, τοὺς Β. καὶ Κ. Πετιμεζᾶ καὶ τὸν Νικηταρᾶ.

Ὁ Χρύσανθος Πηγᾶς, Μητροπολίτης Μονεμβασίας καὶ Καλαμάτας, τὸ 1819 μπῆκε στὴ Φιλικὴ Ἐταιρία κι ἐργάστηκε ἐντατικὰ γιὰ τὴν προετοιμασία τῆς Ἐπανάστασης. Αὐτὸ εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα τὴ σύλληψή του ἀπὸ τοὺς Τούρκους, τὸ κλείσιμό του στὶς φυλακὲς τῆς Τρίπολης, ὅπου μαζὶ μὲ ἄλλους φυλακισμένους Μητροπολῖτες πέθανε κι αὐτὸς ἀπὸ τὶς κακουχίες τῆς φυλακῆς.

Στὴ Φιλικὴ Ἐταιρία εἶχαν μυηθεῖ ὅλοι σχεδὸν οἱ μητροπολῖτες καὶ πολλοὶ διακεκριμένοι ἱερεῖς καὶ μοναχοὶ καὶ ἰδιαίτερα οἱ ἁγιορεῖτες.

Τὴν Ἐπανάσταση τοῦ ’21, ὅπως εἶναι γνωστό, τὴν κήρυξε Μητροπολίτης, ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός, μέσα στὸ μοναστῆρι τῆς Ἁγίας Λαύρας. Ἔστω κι ἂν ἡ ἡρωικὴ Καλαμάτα, ποὺ κήρυξε τὴν ἐπανάσταση στὶς 23 τοῦ Μάρτη καὶ ποὺ τὴν εὐλόγησαν 24 κληρικοί, διεκδικεῖ τὰ πρωτεῖα, γεγονὸς εἶναι ὅτι τὰ παλληκάρια τῆς περιοχῆς ὁρκίστηκαν μέσα στὴν ἱστορικὴ μονή.

Ὁ  Ἀθανάσιος Διάκος, ὁ Παπαφλέσσας κι ὁ Σαμουὴλ εἶναι ἀνεπανάληπτες κληρικὲς μορφὲς τοῦ ‘21.

Ὁ Ὑψηλάντης ἔλεγε γιὰ τὸν Παπαφλέσσα ὅτι: «εἶναι τὸ ἄλλο μου ἐγώ».

Ἐπίσης, εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ὁ Ὑψηλάντης ξεκίνησε τὸν ἀπελευθερωτικό του ἀγῶνα ἀπὸ τὴν ἐκκλησία. Μέσα στὸν Ἱερό Ναὸ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν τοῦ Ἰασίου ἔλαβε τὸ πολεμικὸ ξίφος ἀπὸ τὸ Μητροπολίτη Μολδαβίας Βενιαμὶν Κωστάκη, ὁ ὁποῖος εὐλόγησε καὶ τὴ σημαία τοῦ ἀγῶνα του.

Ἀκόμα, πολλὰ μοναστήρια καταστράφηκαν ἀπὸ τοὺς Τούρκους γιατί λάβαιναν μέρος σ’ ἀπελευθερωτικὰ κινήματα. Ἀναφέρουμε μόνο ἕνα γιὰ παράδειγμα, τὴ Μονὴ Στροφάδων ποὺ κατέστρεψε ὁ Σουλεϊμᾶν Β’ (1520-60). Καὶ γενικὰ οἱ Τοῦρκοι κάθε τόσο ζητοῦσαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὶς εὐθύνες γιὰ κάθε ἀπελευθερωτικὸ κίνημα. Αὐτὴν αἱματοκυλοῦσαν γιατί αὐτὴν θεωροῦσαν πνευματικὴ καὶ ἐθνικὴ Ἀρχὴ τοῦ Ἔθνους. Καὶ μόνο αὐτὴ ἡ στάση τῶν Τούρκων ἀπέναντι στὴν Ἐκκλησία, τῆς ὁποίας πολλὲς φορὲς σκότωναν τοὺς φορεῖς της, τὰ λέει ὅλα.

Εἶναι χαρακτηριστικὴ καὶ ἡ σχετικὴ ὁμολογία τοῦ Μακρυγιάννη γιὰ τὴν τεράστια προσφορὰ τῶν μοναστηριῶν στὸν ἀγῶνα:«…τὰ μοναστήρια ἦταν τὰ πρῶτα προπύργια τῆς ἐπανάστασής μας… Οἱ περισσότεροι καλόγεροι σκοτώθηκαν εἰς τὸν ἀγῶνα». Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἦταν τὸ Α καὶ τὸ Ω γιὰ τὸ ὑπόδουλο γένος. Τὸ ράσο κόλπωνε μέσα του τὴ ρωμιοσύνη καὶ ἡ ρωμιοσύνη κολπωνόταν μέσα στὸ ράσο. Αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ τὸ ἀνατρέψει καμιὰ δύναμη.

Ἡ ρωμιοσύνη καὶ ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ στὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας πορεύτηκαν ἀντάμα τὸ δρόμο τοῦ μαρτυρίου τους, τὸ δρόμο τῆς σταυρικῆς τους πορείας κι’ ἐπιβίωσαν χάρις στὴν πίστη τους στὴν Τριαδικὴ Θεότητα. Χάρις στὴν ὀρθόδοξη παράδοση μὲ τὶς ἄπειρες καὶ παντοδύναμες διαστάσεις της. Μέσα ἀπὸ τὴ βυζαντινὴ εἰκόνα καὶ τὸ ἐκκλησιαστικὸ μέλος, μέσα ἀπὸ τὰ συναξάρια τῶν Ἁγίων καὶ μέσα ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν ἀρχαίων ἡρώων κρατήθηκε ἡ ἑλληνικὴ ψυχὴ ὄρθια ὡς ὅτου βρῆκε τὴ δύναμη καὶ τίναξε ἀπὸ πάνω τῆς τὸν τουρκικὸ ζυγό. Ὅσες προπαγάνδες κι ἂν θελήσουν ν’ ἀλλοιώσουν αὐτὴ τὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα δὲν θὰ τὸ κατορθώσουν, γιατί μιλοῦν τὰ ἴδια τὰ γεγονότα.

Ἐδῶ ὅμως πρέπει νὰ σταματήσουμε, γιατί ἂν ἐπεκταθοῦμε πιὸ πολὺ σὲ πρόσωπα καὶ σὲ γεγονότα, σχετικὰ μὲ τὴ συμβολὴ τῆς Ἐκκλησίας στὸν ἀγῶνα τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἔθνους, δὲν θὰ μᾶς φτάσουν, ὅπως εἴπαμε καὶ στὴν ἀρχή, τόμοι ὁλόκληροι.

Πιστεύουμε ὅμως ὅτι ὅσα δειγματικὰ ἀναφέραμε εἶναι ἱκανὰ νὰ πείσουν κάθε ἀντικειμενικὸ κριτή, σχετικὰ μὲ τὸν πρῶτο ρόλο τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὴ μακραίωνη τούρκικη σκλαβιὰ καὶ κατὰ τὴν ἐθνεγερσία τοῦ ’21.

Θὰ ‘ταν ὅμως παράλειψη ἂν δὲν ἀναφέραμε δυὸ ἀντιπροσωπευτικὲς γνῶμες Φιλελλήνων καὶ ξένων περιηγητῶν, ποὺ ἔχουν ἰδιαίτερη σημασία γιὰ τὴν ἀντικειμενικότητά τους.

Ὁ Ἄγγλος Humphreys γράφει ὅτι: «Ἀνάμεσα στοὺς στρατιῶτες βρίσκονταν καὶ μεγάλος ἀριθμὸς παπάδων. Αὐτοὶ ἦταν οἱ πρωτεργάτες τοῦ ξεσηκωμοῦ».

Ὁ Κορσικανὸς Πρόξενος τῆς Ὀλλανδίας στὴν Ἀθῆνα Domenico Origone λέει πὼς: «Οἱ Τοῦρκοι στὴν Ἀθῆνα κάνουν τὰ πάντα γιὰ νὰ συλλάβουν παπάδες, γιατί, ὅπως διαδίδεται, οἱ παπάδες εἶναι ἀρχηγοὶ τῶν ἐπαναστατῶν».

Ἀκόμα καὶ τὸ πιὸ καταπληκτικό: Τὸ βιβλίο τῆς Γ’ Λυκείου τῆς Τουρκίας γράφει: «ὁ Πατριάρχης καὶ ὁ ἀνώτερος Κλῆρος τῶν Ρωμιῶν ἦταν ἐπικεφαλῆς τοῦ Ἔθνους τῶν Γραικῶν σ’ αὐτὴ τὴν Ἐπανάσταση, μαζὶ μὲ τοὺς καλόγερους».

Μία ἀνάλογη βεβαίωση ἀπὸ τὴ μακρυνὴ Ἀμερική, ἡ ὁποία παρὰ τὴν ἀπόστασή της, βοήθησε τὸν ἀγῶνα ὑλικὰ καὶ ἠθικά. Στὶς 16 Ἰουνίου 1821 ἡ ἐφημερίδα «Γκαζέττ» τῆς Μασαχουσέτης πληροφοροῦσε τοὺς ἀναγνῶστες της ὅτι: «…στὸ Μοριὰ ἔνοπλοι… μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν ΚΛΗΡΟ ἐξεγέρθησαν ἐναντίον τῶν Τούρκων….».

Πηγή: Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος



agrinio24.gr