Καταρράκτης: Οκτώ σημαντικά δεδομένα που ίσως δεν γνωρίζετε


Πόσοι τύποι υπάρχουν και πότε πρέπει να χειρουργηθεί. Τι ρόλο παίζουν το χρώμα των ματιών και η μυωπία. Πόσο πιθανό είναι να υποτροπιάσει μετά την επέμβαση.

Ο καταρράκτης είναι μία από τις συχνότερες οφθαλμικές παθήσεις στον κόσμο. Υπολογίζεται ότι σχεδόν όλοι οι Ευρωπαίοι ηλικίας άνω των 65-70 ετών πάσχουν από αυτόν. Επιπλέον, περισσότερα από 4,5 εκατομμύρια ασθενείς χειρουργούνται ετησίως για να αποκατασταθεί η μείωση της όρασης που τους προκαλεί, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Στατιστική Αρχή (Eurostat).

Μολονότι ο καταρράκτης είναι πολύ συχνός, πολλά δεδομένα γι’ αυτόν δεν είναι ευρέως γνωστά. Ο Δρ. Αναστάσιος-Ιωάννης Καννελόπουλος, καθηγητής Οφθαλμολογίας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, παραθέτει μερικά από τα πιο σημαντικά.

Δεν υπάρχει μόνο ένας τύπος καταρράκτη

Στη διάρκεια της ζωής μας, ο φυσικός φακός του ματιού που βρίσκεται στο πρόσθιο τμήμα του, αρχίζει σταδιακά να χάνει τη διαύγειά του. Η αδιαφάνεια αυτή σηματοδοτεί την έναρξη του καταρράκτη. Ωστόσο ο καταρράκτης διαγιγνώσκεται μόνο όταν το θόλωμα του φυσικού φακού αρχίζει να προκαλεί συμπτώματα που αντιλαμβάνεται ο ασθενής. Αυτό συνήθως παρατηρείται σταδιακά στις ηλικίες άνω των 50 ετών.

Ο πιο συχνός τύπος καταρράκτη αναπτύσσεται κυρίως στο κέντρο του οφθαλμικού φακού και σταδιακά διαχέεται στο υπόλοιπο τμήμα του. Η μορφή αυτή σχετίζεται με την ηλικία και είναι ο λεγόμενος πυρηνικός καταρράκτης.

Ένας άλλος τύπος είναι ο φλοιώδης καταρράκτης. Αυτός αναπτύσσεται κυρίως στην περιφέρεια (στα εξωτερικά τοιχώματα) του φυσικού οφθαλμικού φακού αντί για το κέντρο του.

Υπάρχει επίσης ο οπίσθιος υποκαψικός καταρράκτης, που αναπτύσσεται στο πίσω μέρος του ματιού. Ο οπίσθιος υποκαψικός καταρράκτης εξελίσσεται ταχύτερα από τον πυρηνικό και τον φλοιώδη καταρράκτη.  Επιπλέον, ο τύπος αυτός εμφανίζεται σε νεαρότερα άτομα και έπειτα από τραυματισμό ή από εκτεταμένη χρήση:

  • Κορτιζονούχων κολλύριων
  • Ορισμένων ρινικών σπρέι
  • Εισπνεόμενων φαρμάκων για τους πνεύμονες
  • Διαφόρων θεραπειών από το στόμα.

Κάθε τύπος προκαλεί προοδευτική μείωση της όρασης, που είναι πιθανό να διαφύγει της προσοχής του ασθενούς.

Ακόμα και ένα μωρό μπορεί να γεννηθεί με καταρράκτη

Μερικές φορές γεννιέται ένα μωρό που πάσχει από καταρράκτη ή τον εκδηλώνει νωρίς στη ζωή του. Αυτός ονομάζεται συγγενής (εκ γενετής) καταρράκτης, και μπορεί να οφείλεται:

  • Σε κληρονομικότητα (ιδιαίτερα του χρωμοσώματος 11)
  • Σε ορισμένα συγγενή νοσήματα
  • Σε λοίμωξη (συνήθως ερυθρά) ή τραυματισμό κατά την ενδομήτρια ζωή

Ο συγγενής καταρράκτης συνήθως γίνεται αντιληπτός κατά τις εξετάσεις ρουτίνας στις οποίες υποβάλλονται τα νήπια, οπότε και αντιμετωπίζεται. Όσο πιο νωρίς γίνει αντιληπτός και αντιμετωπιστεί, τόσο καλύτερα θα αναπτυχθεί η όραση του παιδιού.

Ο καταρράκτης δεν χρειάζεται να «ωριμάσει» για να χειρουργηθεί

Η απόφαση για χειρουργική επέμβαση στους ηλικιωμένους λαμβάνεται με βάση τις επιπτώσεις του καταρράκτη στην καθημερινή ζωή. Η λειτουργικότητα της όρασης και η συναφής ασφάλεια που προσφέρει στον πάσχοντα πρέπει να αξιολογούνται σε πολλαπλές συνθήκες φωτισμού, διευκρινίζει ο Δρ. Κανελλόπουλος. «Είναι ατυχές ότι συνήθως η οπτική ικανότητα αξιολογείται σε σκοτεινές συνθήκες, ενώ κάποιος ασθενής μπορεί να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα στο έντονο φως ή όταν αντικρίζει έντονα φώτα κατά την οδήγηση το βράδυ», υπογραμμίζει.

Για το σκοπό αυτό η Αμερικανική Ακαδημία Οφθαλμολογίας (AAO) έχει θεσπίσει μερικά βασικά ερωτήματα, που αφορούν:

  • Τις καθημερινές δραστηριότητες
  • Την ικανότητα ασφαλούς οδήγησης τη νύκτα
  • Την ενασχόληση με υπαίθριες δραστηριότητες
  • Το αν τα συμπτώματα του ασθενούς υποχωρούν με άλλους τρόπους. Τέτοιοι τρόποι είναι, λ.χ., ο πιο έντονος φωτισμός στο σπίτι, η χρήση μεγεθυντικού φακό κατά το διάβασμα ή γυαλιών ηλίου με πολωμένους φακούς κ.λπ.

Αν οι απαντήσεις στα προαναφερθέντα ερωτήματα δείξουν ότι ο καταρράκτης επηρεάζει την καθημερινότητα του πάσχοντος, πρέπει να χειρουργηθεί. Αυτό συνήθως συμβαίνει όταν το θόλωμα του φακού έχει μειώσει κατά περίπου 50% την όρασή του.

Ο σακχαρώδης διαβήτης αυξάνει τις πιθανότητες εκδήλωσης καταρράκτη

Ο οφθαλμικός φακός τροφοδοτείται με οξυγόνο και γλυκόζη (σάκχαρο) από το υδατοειδές υγρό. Το υγρό αυτό είναι διαυγές και παρεμβάλλεται ανάμεσα στον κερατοειδή χιτώνα (βρίσκεται στην επιφάνεια του ματιού) και τον φακό.

Όταν ένας ασθενής με σακχαρώδη διαβήτη δεν ρυθμίζει καλά το σάκχαρό του, τα κύτταρα του φακού δέχονται περίσσεια γλυκόζης. Σταδιακά μπορεί να θολώσουν, να γίνουν αδιαφανή και να οδηγήσουν πρόωρα στον καταρράκτη.

Το χρώμα των ματιών επηρεάζει τον κίνδυνο αναπτύξεως καταρράκτη

Μελέτες έχουν δείξει πως όσοι έχουν σκούρα καστανά μάτια διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν καταρράκτη, σε σύγκριση με όσους έχουν ανοικτόχρωμα μάτια. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως όσοι έχουν γαλάζια ή ανοικτά πράσινα μάτια είναι προστατευμένοι.

Επειδή, εξάλλου, η υπεριώδης ακτινοβολία του ηλίου (UV) είναι γνωστός συμβάλλοντας παράγοντας στην ανάπτυξη της συγκεκριμένης οφθαλμοπάθειας, φροντίστε να φοράτε χειμώνα-καλοκαίρι γυαλιά ηλίου με φίλτρα που θα απορροφούν αποτελεσματικά την UV.

Ο καταρράκτης δεν υποτροπιάζει μετά την χειρουργική διόρθωσή του

Κατά την επέμβαση, ο χειρουργός οφθαλμίατρος κάνει μια μικρή τομή στην επιφάνεια του ματιού και αφαιρεί τον θολωμένο φυσικό φακό. Ύστερα, τοποθετεί έναν ειδικό, συνθετικό φακό (ενδοφακός), ο οποίος δεν θολώνει.

Ωστόσο πολλοί ασθενείς παρουσιάζουν μέσα σε λίγους μήνες έως 1-2 χρόνια από την επέμβαση νέο θόλωμα στην όρασή τους. Σε αυτή την περίπτωση το πρόβλημα εντοπίζεται στη μεμβράνη (περιφάκιο) που στηρίζει τον τεχνητό φακό. Το περιφάκιο είναι ένα φυσικό ανατομικό στοιχείο. Ουσιαστικά είναι ο μοναδικός ιστός του φυσικού φακού που δεν αφαιρείται κατά τη χειρουργική διόρθωση του καταρράκτη.

Το θόλωμα του περιφακίου λέγεται δευτερογενής καταρράκτης. Αντιμετωπίζεται με λέιζερ, χωρίς να γίνει τομή στο μάτι.

Η υψηλού βαθμού μυωπία αυξάνει την πιθανότητα μετεγχειρητικών επιπλοκών

Μελέτες έχουν δείξει πως η επέμβαση καταρράκτη σε ασθενείς με υψηλού βαθμού μυωπία, συσχετίζεται μετεγχειρητικά με αυξημένο κίνδυνο αποκόλλησης του αμφιβληστροειδούς. Η πιθανότητα να συμβεί αυτό είναι μία στις 100, ενώ στους ασθενείς με καταρράκτη χωρίς μυωπία είναι μία στις 500.

Η αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς είναι μία δυνητικά σοβαρή κατάσταση. Συμβαίνει απότομα και απαιτεί επείγουσα επεμβατική αντιμετώπιση. Όταν εκδηλωθεί, ο ασθενής μπορεί να «βλέπει»:

  • Ξαφνικές λάμψεις ή αστραπές (φωταψίες)
  • «Μυγάκια» ή κινούμενα στίγματα μέσα στο οπτικό του πεδίο (μυιοψίες)

Μπορεί επίσης να παρουσιάσει θόλωση ή απώλεια της όρασης σε ένα μέρος του οπτικού πεδίου (σαν να έχει πέσει μπροστά του μία σκούρα κουρτίνα).

Αν έχετε υψηλού βαθμού μυωπία και προγραμματίζετε επέμβαση καταρράκτη, ο οφθαλμίατρός σας θα σας ενημερώσει αναλυτικά για το ενδεχόμενο αυτό και την πρόληψη που απαιτείται.

Μερικές φορές χρειάζεται ταυτόχρονη επέμβαση και στα δύο μάτια

Στους περισσότερους ασθενείς η χειρουργική επέμβαση για τον καταρράκτη συνήθως γίνεται στο ένα μάτι. Το δεύτερο συνήθως χειρουργείται όταν η όραση θολώσει αρκετά και σε αυτό.

Μερικές φορές όμως τα δύο μάτια πρέπει να χειρουργηθούν την ίδια μέρα, ακόμα κι αν το ένα έχει ακόμα ικανοποιητική όραση. Αυτό μπορεί, λ.χ., να προταθεί:

  • Για να διαφυλαχτεί η ισορροπία και να αποφευχθούν τυχόν πτώσεις. Οι πτώσεις στους ηλικιωμένους οδηγούν συχνά σε κατάγματα οστών ή ακόμα και σε μη-τραυματικά αιματώματα στο κεφάλι
  • Για να μειωθεί ο κίνδυνος αναπτύξεως μιας σοβαρής μορφής γλαυκώματος (γλαύκωμα ανοικτής γωνίας).



agrinio24.gr