Κενά στην προστασία ασυνόδευτων ανηλίκων

H Ζάχρα (δεν είναι το πραγματικό της όνομα) είναι ένα κορίτσι 10 ετών από τη Συρία, που έφτασε μόνο του στην Ελλάδα. Πάσχει από χρόνια νεφροπάθεια. Εχει τοποθετηθεί σε ξενώνα φιλοξενίας, χωρίς όμως να έχει ακόμη καταγραφεί επισήμως από την Υπηρεσία Ασύλου. Μετά την πρόσφατη αναστολή χορήγησης ΑΜΚΑ, δεν έχει πρόσβαση σε σταθερή ιατρική φροντίδα, φαρμακευτική αγωγή και εμβολιασμό. H εγγραφή της στο σχολείο είναι αδύνατη, γιατί χωρίς τα απαραίτητα εμβόλια δεν μπορεί να εκδοθεί Ατομικό Δελτίο Υγείας Μαθητή.

Υπάρχουν άλλα 4.200 ασυνόδευτα παιδιά πρόσφυγες όπως η Ζάχρα στη χώρα μας. Ο αριθμός αφίξεων κατά τους καλοκαιρινούς μήνες είναι ο υψηλότερος από τις αρχές του 2016. Στα υψηλότερα επίπεδα είναι και ο αριθμός των ασυνόδευτων ανηλίκων που βρίσκονται αυτή τη στιγμή εκτός πλαισίου προστασίας. Υπάρχουν μόνο 1.169 θέσεις σε δομές μακροχρόνιας φιλοξενίας, οι οποίες αντιμετωπίζουν καθημερινά σημαντικές δυσκολίες στην παροχή υπηρεσιών παιδικής προστασίας. Αυτό σημαίνει ότι 3.041 ασυνόδευτα παιδιά βρίσκονται σε κράτηση, σε καταυλισμούς και προσωρινούς χώρους φιλοξενίας που έχουν αποδειχθεί επικίνδυνοι. Από αυτά, τα 1.100 είναι άστεγα, χωρίς καμία πρόσβαση σε προστασία και φροντίδα. Είναι εκτεθειμένα σε κάθε λογής κίνδυνο: σωματική ή και σεξουαλική βία, παιδική εργασία, εμπόριο οργάνων, ακόμη και παιδική πορνεία.

Οι αυξημένες αφίξεις, ο υπερπληθυσμός των ασυνόδευτων παιδιών στα νησιά και ο συνολικός αριθμός ανηλίκων εκτός πλαισίου προστασίας ανά την επικράτεια εγείρουν επείγοντα ζητήματα παιδικής προστασίας, δημόσιας υγείας και κοινωνικής συνοχής. Είναι επιτακτική η ανάγκη άμεσου σχεδιασμού και υλοποίησης μιας πολιτικής παιδικής προστασίας.

Πιο συγκεκριμένα: Οι καθυστερήσεις που διαπιστώνονται στην καταγραφή των ανηλίκων και στη διαδικασία χορήγησης ασύλου παρατείνουν την έκθεσή τους σε ανασφαλές περιβάλλον. Αυξάνονται συνεπώς οι πιθανότητες για παράνομη διακίνηση, σεξουαλική και εργασιακή εκμετάλλευση.

Η πρόσβαση στην εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες, ανεξαρτήτως νομικού καθεστώτος, αποτελεί βασική υποχρέωση στο πλαίσιο της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού. Εχει αποδειχθεί εξάλλου ότι, μακροπρόθεσμα, η έλλειψή της οδηγεί σε κοινωνικό αποκλεισμό και αύξηση της εγκληματικότητας. Η πρόσφατη αναστολή χορήγησης ΑΜΚΑ οδηγεί σε έλλειψη εμβολιαστικής κάλυψης, καθιστώντας αδύνατη την εγγραφή στην τυπική εκπαίδευση. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, πάνω από το 75% των 4.656 παιδιών σχολικής ηλικίας που διαμένουν σε κέντρα υποδοχής στα νησιά δεν είναι ενταγμένα στο εκπαιδευτικό σύστημα.

Η σωματική και η ψυχική υγεία των ασυνόδευτων παιδιών μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο μέσω ενός ολιστικού και μακροπρόθεσμου πλαισίου παιδικής προστασίας. Οι τραυματικές εμπειρίες της απώλειας του οικογενειακού περιβάλλοντος, του πολέμου, οι εμπειρίες κακοποίησης κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, η σωματική και ψυχική εξάντληση δημιουργούν ένα εξαιρετικά ψυχοπιεστικό περιβάλλον, που συχνά οδηγεί σε σοβαρή ψυχοπαθολογία. Οι ιατρικές ανάγκες, συμπεριλαμβανομένων σοβαρών ψυχιατρικών περιστατικών ή χρόνιων παθήσεων, που χρήζουν τακτικής παρακολούθησης και φαρμακευτικής αγωγής, αλλά και βασικών εμβολιασμών, δεν μπορούν να καλυφθούν επαρκώς. Χωρίς ΑΜΚΑ δεν είναι δυνατή η πρόσβαση στα τακτικά ιατρεία των νοσοκομείων του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Η περιορισμένη πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας εγείρει ζητήματα δημόσιας υγείας για τα ίδια τα παιδιά αλλά και για τον γενικό πληθυσμό, αποτελώντας κίνδυνο για την εξάπλωση ασθενειών όπως η φυματίωση, η ψώρα και η ιογενής ηπατίτιδα. Η πρόσβαση στην αγορά εργασίας επίσης είναι αδύνατη ελλείψει ΑΜΚΑ και αναστέλλει την κοινωνική ενσωμάτωση των παιδιών που φθάνουν στην ενηλικίωση.

Μέσω της δουλειάς μας στη The HΟΜΕ Project διαπιστώνουμε καθημερινά την ανάγκη εφαρμογής μιας πολιτικής παιδικής προστασίας που θα περιλαμβάνει ένα ολιστικό πλαίσιο υποστήριξης. Μόνο με αυτόν τον τρόπο τα παιδιά θα αποκτήσουν τα απαραίτητα εφόδια για να γίνουν ενεργοί πολίτες είτε στη χώρα μας, εφόσον λάβουν άσυλο, είτε σε κάποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα σε περίπτωση οικογενειακής επανένωσης.

Η αξιοποίηση χρηματοδοτικών εργαλείων, όπως αυτό του προγράμματος του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ενταξης (AMIF), με τη δημιουργία καινοτόμων συμπράξεων μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, μπορούν να εξασφαλίσουν τους απαραίτητους πόρους για την προστασία και τη φροντίδα αυτών των παιδιών.

Η συνεργασία όλων των σχετικών φορέων –Δημοσίου, τοπικής αυτοδιοίκησης, κοινωνίας των πολιτών, ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, ιδιωτικού τομέα, μέσων μαζικής ενημέρωσης και ιδιωτών– είναι απαραίτητη για την εξασφάλιση της κοινωνικής συνοχής και της ποιότητας ζωής όλων, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.

* Η κ. Σοφία Κουβελάκη είναι γενική διευθύντρια του The HOME Project.

agrinio24.gr