Ο άγιος Μαρκιανός, πρεσβύτερος και οικονόμος της Μεγάλης Εκκλησίας


Ο άγιος Μαρκιανός καταγόταν από πλούσια και επιφανή ρωμαϊκή οικογένεια που είχε δεσμούς συγγενείας με την αυτοκρατορική και είχε εγκατασταθεί στην Βασιλεύουσα.

Ανατράφηκε με ευσέβεια και αγάπη Θεού. Από νεαρής ηλικίας διακρινόταν για τις αρετές και την καθαρότητα του βίου του. Επιθυμώντας να μιμηθεί τον άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή, δάμαζε τις ορμές της σαρκός με νηστεία και αφοσιωνόταν με ζήλο στην προσευχή και την μελέτη της Αγίας Γραφής.

Μένοντας μόνος μετά τον θάνατο των γονέων του, θεώρησε τους πτωχούς ως συγκληρονόμους της μεγάλης περιουσίας που άφησαν οι γονείς του και την μοίρασε σε όλους αλογάριαστα: χρήματα, τρόφιμα και ρούχα, σωρεύοντας έτσι θησαυρούς στον ουρανό σαν φρόνιμος οικονόμος (βλ. Ματθ. 24:45-50).

Όλοι εξυμνούσαν τις αρετές του νέου και ο πατριάρχης Ανατόλιος (449-458) κατόρθωσε ύστερα από επίμονες προσπάθειες να υπερνικήσει τις αντιστάσεις του και να τον χειροτονήσει πρεσβύτερο. Κατόπιν, ο πατριάρχης άγιος Γεννάδιος (458-471) τον όρισε οικονόμο της Μεγάλης Εκκλησίας, το σημαντικότερο αξίωμα του κλήρου της Κωνσταντινούπολης.

Ο Μαρκιανός είχε μεγάλη ευλάβεια στους άγιους μάρτυρες και έκανε τα πάντα για να τους τιμήσει, οικοδομώντας και εξωραΐζοντας τους ναούς τους. Έκτισε προς τιμήν της αγίας Αναστασίας έναν θαυμάσιο ναό, που άστραφτε από πολύχρωμα μάρμαρα, λεπταίσθητες καλλιτεχνημένες κολόνες και λαμπρά ψηφιδωτά. Την ημέρα των εγκαινίων, καθώς ετοιμαζόταν να συλλειτουργήσει με έναν επίσκοπο και πολλούς ιερείς, ο άγιος Μαρκιανός πρόσεξε έναν ρακένδυτο ζητιάνο που τον πλησίασε για να ζητήσει ελεημοσύνη. Καθώς δεν είχε χρήματα επάνω του, τον οδήγησε παράμερα και του έδωσε το μοναδικό ένδυμα που φορούσε εσωτερικά. Ύστερα φόρεσε κατάσαρκα τα λειτουργικά άμφια και ξαναπήγε στην αγία Τράπεζα.

Καθόλη την διάρκεια της θείας Λειτουργίας, οι συλλειτουργοί νόμιζαν ότι βλέπουν μέσα από τα άμφια ένα ρούχο που λαμποκοπούσε από χρυσό και διαμάντια. Το είπαν στον πατριάρχη, ο οποίος κάλεσε τον άγιο ώστε να τον επιπλήξει για την χλιδή αυτή. Έμεινε όμως κατάπληκτος διαπιστώνοντας ότι κάτω από τα άμφια ήταν γυμνός. Μετά από αυτό το θαύμα και άλλα παρόμοια πολλοί αιρετικοί ασπάσθηκαν την Ορθοδοξία. Μια ημέρα ο άγιος Μαρκιανός έσβησε προσευχόμενος μια πυρκαγιά που ξέσπασε στα περίχωρα και απειλούσε την εκκλησία. Μιαν άλλη ημέρα, ανέστησε έγκυο γυναίκα που είχε πέσει από τον γυναικωνίτη.

Ο πατριάρχης Γεννάδιος επιθυμούσε να διευρύνει και να εξωραΐσει το ναΰδριο της Αγίας Ειρήνης που βρισκόταν κοντά στην θάλασσα (Κεράτιος Κόλπος) και ανέθεσε το έργο στον οικονόμο του. Την ίδια νύχτα, ο Κύριος παρουσιάστηκε στον Μαρκιανό σε ενύπνιο και του αποκάλυψε, όπως άλλοτε στον Μωυσή πάνω στο όρος (Εξ. 25), την τοποθεσία όπου έπρεπε να κτισθεί ο ναός, το πρότυπο βάσει του οποίου θα κτιζόταν και τις διαστάσεις του.

Ο Μαρκιανός συμμετείχε στην ανοικοδόμηση βοηθώντας ως χειρώναξ τους εργάτες και επιτελώντας πολλά θαύματα με την προσευχή του. Δεν αξιώθηκε όμως να δει τον ναό τελειωμένο όσο ζούσε. Ανοικοδόμησε και εξωράισε πολλούς άλλους ναούς στην Βασιλεύουσα, απαντώντας σε όσους ανησυχούσαν για τις τόσες δαπάνες: «Αν είχα μία κόρη και ήθελα να την παντρέψω, δεν θα ξόδευα ό,τι είχα και δεν είχα για να την προικίσω με τα ωραιότερα ενδύματα; Πόσο λοιπόν περισσότερο πρέπει να προικίσω την Εκκλησία, την Νύμφη του Χριστού, για την οποία ο Κύριός μας έχυσε το αίμα του;»

Δεν παραμελούσε παρά ταύτα την διακονία των πτωχών και την ελεημοσύνη. Όταν νύχτωνε, επισκεπτόταν τις πιο φτωχικές συνοικίες βοηθώντας όσους δεν τολμούσαν να ζητιανέψουν την ημέρα και φροντίζοντας για τους νεκρούς. Συναντούσε ακόμη και πόρνες στις οποίες έδινε χρήματα ώστε να σταματήσουν να εμπορεύονται το σώμα τους και χάρη στις παραινέσεις του βοήθησε πολλές από αυτές τις δυστυχισμένες να ξαναβρούν την παρθενία τους στην μοναστική ζωή.

Απολαμβάνοντας τον σεβασμό των μεγαλύτερων προσωπικοτήτων της αυτοκρατορίας και έχοντας θεραπεύσει με τις προσευχές του τις ψυχικές και σωματικές ασθένειες πλήθους προσκυνητών, που έρχονταν ακόμη και από την Ρώμη για να τον συναντήσουν, ο άγιος Μαρκιανός παρέδωσε εν ειρήνη την ψυχή του στον Κύριο, περί το 471.

Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος πέμπτος, Ιανουάριος. Εκδόσεις Ορμύλια, σελ. 116.

Για άρθρα που αναδημοσιεύονται και αναγράφεται η πηγή τους δεν φέρουμε καμμία ευθύνη, καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.



agrinio24.gr