Ο «Ολλανδός» Γιάννης Ιωαννίδης εξομολογείται…


 

To όνομά του δεν θα μπορούσε να μην είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το μπάσκετ. Έζησε στην σκιά του συνονόματού του Γιάννη Ιωαννίδη.

Γιάννης Ιωαννίδης, ο… Ολλανδός. Έτσι διαφοροποιούνταν από τον Γιάννη Ιωαννίδη, τον “ξανθό”.

Συμπορεύτηκαν για κάτι περισσότερο από μία δεκαετία. Ο “ξανθός” πρώτος προπονητής, ο “Ολλανδός” συνεργάτης του. Μια σχέση βαθιά, που πέρασε από πολλά κύματα, αλλά δεν ξεθώριασε ποτέ. Άλλωστε κανένας Γιάννης Ιωαννίδης, ούτε ο “ξανθός”, ούτε ο “Ολλανδός” δεν ήταν εύκολος άνθρωπος.

Η σχέση τους εκκίνησε ως συνεργασία, αλλά εξελίχθηκε σε μια ισχυρή φιλιά…

– Που είναι ο «Ολλανδός»; Είναι «Ολλανδός»;

– Είμαι Αθηναίος, αλλά απλά έζησα ένα μεγάλο διάστημα στην Ολλανδία και κάποια στιγμή έπρεπε να δώσω στίγμα. Με το όνομα Γιάννης Ιωαννίδης στο μπάσκετ και στον αθλητισμό, στίγμα δεν δίνεις. Οπότε, βγήκε το «Ολλανδός».

– Ποιος το σκαρφίστηκε;

– Ο Τζόρτζ Παπαδάκος. Ο… Καναδός, ο οποίος το είπε γιατί κάπως έπρεπε να μας διακρίνουν. Και επειδή ο συγχωρεμένος ο Γιάννης Ιωαννίδης είχε το «ξανθός», εμένα μου κόλλησαν το «Ολλανδός». Και έτσι έμεινε.

– Ο Γιάννης Ιωαννίδης έφυγε πρόσφατα από κοντά μας αφήνοντας τεράστια παρακαταθήκη. Σε σας, που τον ζήσατε από τόσο κοντά, τι άφησε;

– Καταρχήν υπερηφάνεια για το γεγονός ότι έζησα τόσα χρόνια δίπλα του. Δεύτερον, οι επιτυχίες που κάναμε, αλλά αυτό που μου άφησε περισσότερο είναι η φιλία του και η δύναμη που μας έκανε να ενωθούμε από τις δυσκολίες και τις ήττες μας. Οι αποτυχίες είναι αυτές που ενώνουν περισσότερο τους ανθρώπους. Στις επιτυχίες όλοι είναι χαρούμενοι. Εκεί που είσαι μόνος σου είναι στις αποτυχίες και στις ήττες. Και υπήρξαν και μεγάλες αποτυχίες και μεγάλες ήττες. Τότε που έπρεπε να στηριχτούμε και στηριχθήκαμε, ο ένας στον άλλο και προχωρήσαμε.

Έμαθα πολλά από τον Γιάννη. Στο μπάσκετ τον προπονητή το έκανα πριν, αλλά δίπλα του έκανα το μάστερ μου. Γιατί το μεγαλύτερο προσόν ενός προπονητή δεν είναι οι γνώσεις, αυτές είναι λίγο πολύ ίδιες. Η μεγαλύτερη ικανότητα ενός προπονητή είναι το πώς χειρίζεται, το πώς διαχειρίζεται μια ομάδα.

Το να ξέρεις τι παίκτες έχεις, τι μπορείς να παίξεις με αυτούς και να μπορέσεις και να τους εμπνεύσεις, αλλά και να το επιβάλλεις, αυτό είναι το μεγαλύτερο προσόν για έναν προπονητή.

Στο τελευταίο αντίο του “ξανθού” Γιάννη Ιωαννίδη

– Πόσα βράδια ξενυχτήσατε, ξημερώσατε, μιλώντας για μπάσκετ;

– Πάρα πολλά. Ειδικά κατά την περίοδο της προετοιμασίας. Τότε ο ύπνος ήταν 2-3 ώρες. Λέγαμε αμάν πότε θα τελειώσει αυτός ο μήνας της προετοιμασίας γιατί δεν κοιμόμασταν καθόλου. Ο Γιάννης άντεχε τρομακτικά. Μπορούσε να μην κοιμάται για μέρες.

– Τολμούσε κανείς να φύγει από την συζήτηση νωρίτερα;

– Η αλήθεια είναι ότι πολλοί δεν τολμούσαν, αλλά εμένα μου άρεσε η διαδικασία της συζήτησης, γι’ αυτό και έμενα. Αλλά πάντοτε ήτανε ο καιρός της προετοιμασίας μια δύσκολη περίοδος και σκεφτείτε ότι κάναμε 10-12 προετοιμασίες μαζί.

– Όλα γύρω μας τρέχουν, αλλάζουν. Το ίδιο και το μπάσκετ. Πολλοί λένε πως πλέον είναι σαν ένα διαφορετικό άθλημα, σε σχέση με το μπάσκετ πριν 30 χρόνια.

– Σ’ αυτό διαφωνώ κάθετα. Το μπάσκετ θα αλλάξει όταν αλλάξουν τα βασικά του. Το μπάσκετ παίζεται ακόμη με πάσα, με ντρίπλα, με σουτ, με ριμπάουντ, με άμυνα, με όλα αυτά που πρέπει να διδαχθούν οι παίκτες. Αυτό που αλλάζει στο μπάσκετ είναι η δύναμη και η ταχύτητα που εκτελούνται τα βασικά του αθλήματος.

Ο Γιάννης το έλεγε αυτό από το 1990, ότι το μπάσκετ είναι δύναμη και ταχύτητα και όπως αποδεικνύεται τώρα, το μπάσκετ αυτό είναι. Θα σας δώσω ένα πρόσφατο παράδειγμα. Αν ο Γκριγκόνις αργούσε ένα δέκατο του δευτερολέπτου να σουτάρει πιθανά να μην είχε σκοράρει, να το είχαν μπλοκάρει, να τον είχαν μαρκάρει, δηλαδή, η ταχύτητα στην εκτέλεση των βασικών, μαζί με την δύναμη είναι σπουδαίο πλεονέκτημα.

Τα σωματικά προσόντα των αθλητών βελτιώνονται τρομερά. Αν θέλεις να κερδίσεις τίτλους, να κερδίσεις σε μια σειρά αγώνων, θα πρέπει να έχεις άμυνα, δεν υπάρχει περίπτωση να κερδίσεις ένα πρωτάθλημα μόνο με την επίθεση. Τα πρωταθλήματα τα κερδίζει η άμυνα.

– Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια «εξάγει» προπονητές μπάσκετ. Εξηγείται αυτό;

– Και βέβαια εξηγείται. Γιατί ξεπεράσαμε την ξενομανία μας, ξεπεράσαμε το κόμπλεξ μας και αρχίσαμε να μην «θάβουμε» ο ένας τον άλλο. Αρχίσαμε πλέον να αισθανόμαστε υπερήφανοι για τους συμπατριώτες μας που κάνουν καριέρα σε μεγάλους συλλόγους της Ευρώπης. Κάτι που το είχαν κάποιες άλλες χώρες και το αποκτήσαμε και εμείς. Έχουμε τις ικανότητες, πιστεύω ότι υπάρχουν πολλοί καλοί Έλληνες προπονητές. Εμπιστοσύνη χρειάζονται.

Αποστόλης Τριανταφύλλου



ertsports.gr