Σμήνη από ρομποτικά έντομα – drones που γονιμοποιούν τα φυτά κατασκευάζει το ΜΙΤ
Οι επιστήμονες του ΜΙΤ σχεδιάζουν ρομποτικά έντομα που θα μπορούσαν μια μέρα να πετούν σε σμήνη και να εκτελούν τεχνητή επικονίαση με γρήγορο ρυθμό, μια τεχνολογία που θα αυξήσει δραματικά τις αποδόσεις των καλλιεργειών φρούτων και λαχανικών χωρίς να βλάψει το περιβάλλον.
Η τεχνητή επικονίαση είναι μια διαδικασία μέσω της οποίας οι άνθρωποι – αντί για τα έντομα ή τον αέρα, όπως συμβαίνει στη φύση –μεταφέρουν με διαφορετικούς τρόπους τη γύρη από το ένα φυτό στο άλλο, γονιμοποιώντας το. Η ιδέα της χρήσης ρομποτικών εντόμων δεν είναι καινούργια, αλλά ένα πρόβλημα που αντιμετώπισαν οι προηγούμενες γενιές τέτοιων μικροσκοπικών ρομπότ ήταν η έλλειψη αντοχής, ταχύτητας και εναέριας ευελιξίας σε σύγκριση με τις μέλισσες και άλλα αληθινά έντομα, αναφέρει το LiveScience.
Ωστόσο, σε μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Science Robotics, η ομάδα του MIT αποκάλυψε ότι μπόρεσε να δημιουργήσει ένα νέο σχέδιο ρομποτικού εντόμου που μπορεί να πετάξει 100 φορές περισσότερη ώρα σε σχέση με τα προηγούμενα, ενώ είναι ελαφρύτερο και περιλαμβάνει αρκετό χώρο αποθήκευσης για μπαταρίες. Πρόσθεσε ότι η ακρίβεια και η ευελιξία των ρομπότ έχουν βελτιωθεί, ενώ έχει μειωθεί η καταπόνηση που υφίστανται τα μηχανικά φτερά τους κατά τη διάρκεια της πτήσης.
Τα προβλήματα των προηγούμενων σχεδίων
Σε ένα προηγούμενο σχέδιο του ΜΙΤ, το ρομποτικό έντομο αποτελούνταν από τέσσερις πανομοιότυπες μονάδες με δύο φτερά η καθεμία. Ολοκληρωμένο, το έντομο είχε ορθογώνιο σχήμα, μέγεθος μικροκασέτας και οκτώ φτερά.
«Δεν υπάρχει κανένα έντομο που να έχει οκτώ φτερά. Στον παλιό μας σχεδιασμό, η απόδοση κάθε μεμονωμένης μονάδας ήταν πάντα καλύτερη από εκείνη του συναρμολογημένου ρομπότ», δήλωσε ο Κέβιν Τσεν, αναπληρωτής καθηγητής ρομποτικής στο MIT.
Ο νέος σχεδιασμός του MIT χώρισε αυτό το ρομπότ στη μέση. Κάθε μία από τις τέσσερις μονάδες έχει ένα μόνο φτερό που εκτείνεται μακριά από το κέντρο του ρομπότ. Αυτό το χαρακτηριστικό σταθεροποιεί την κατακόρυφη κίνησή του, επιτρέποντάς του να ανεβαίνει ψηλότερα από ό,τι πριν. Έχοντας τα μισά φτερά σε σχέση με τον προκάτοχό του, το νέο ρομπότ αποκτά αρκετό αποθηκευτικό χώρο για να μεταφέρει μπαταρίες.
Η ομάδα δημιούργησε επίσης πολύπλοκα σήματα που συνδέουν τα φτερά με συσκευές μέσα στο σχέδιο, σαν αόρατοι «μύες». Αυτά τα σήματα – που στη μελέτη αναφέρονται ως μεταδόσεις – επέβαλαν κάποιες προσαρμογές στο μέγεθος των φτερών, αλλά συνολικά θα μπορούσαν να μειώσουν την καταπόνηση που εμπόδιζε την αντοχή των προηγούμενων εντόμων.
Ο Τσεν δήλωσε ότι υπάρχουν ακόμη πολλά που πρέπει να γίνουν για να βελτιωθεί περαιτέρω ο σχεδιασμός. Για παράδειγμα, τα φτερά των αληθινών μελισσών ελέγχονται λεπτομερώς από ένα πολύ εξελιγμένο σύνολο μυών. Η ομάδα θέλει να ενσωματώσει στο νέο ρομποτικό έντομο αυτό το επίπεδο ελέγχου στο μέλλον, παράλληλα με την ενσωμάτωση αισθητήρων, μπαταριών και ακόμη και υπολογιστικών δυνατοτήτων, μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια.