Ο εγκέφαλος είναι το πιο πολύπλοκο όργανο του σώματος, αφού πρέπει να επιτελεί αναρίθμητες λειτουργίες, από τη μάθηση, τον προγραμματισμό και την απομνημόνευση έως την επικοινωνία και την αντίληψη της όρασης, της ακοής, της γεύσης και της όσφρησης. Δεν προκαλεί συνεπώς έκπληξη το γεγονός ότι ολοένα περισσότερες μελέτες υποδηλώνουν πως χρειάζεται όλες τις αισθήσεις για να διατηρείται υγιής και πως όταν χάνουμε κάποια από αυτές, οι νοητικές λειτουργίες φθίνουν.
Θα περίμενε κανείς ότι αυτό αφορά την ακοή, αφού αλλεπάλληλες μελέτες έχουν συσχετίσει τη βαρηκοΐα με σημαντική έκπτωση των νοητικών λειτουργιών και αυξημένο κίνδυνο άνοιας. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια πληθαίνουν τα επιστημονικά δεδομένα που δείχνουν ότι το ίδιο ισχύει και με τα προβλήματα όρασης.
«Αν και δεν έχει ακόμα αποδειχθεί πως υπάρχει σχέση αιτίας-αποτελέσματος ανάμεσα στην όραση και τη νοητική διαταραχή, αυξάνονται διαρκώς τα στοιχεία που δείχνουν ότι τα προβλήματα όρασης στην τρίτη ηλικία μπορεί να επιταχύνουν την νοητική εκφύλιση», λέει ο χειρουργός-οφθαλμίατρος Δρ. Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, MD, ιδρυτής και επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας LaserVision, καθηγητής Οφθαλμολογίας Πανεπιστημίου Νέας Υόρκης, NYU Medical School. «Ως φαίνεται, όταν ο εγκέφαλος δυσκολεύεται να αντιληφθεί με οποιονδήποτε τρόπο τον κόσμο γύρω του, καθίσταται λιγότερο ικανός να εκτελέσει και άλλες σημαντικές λειτουργίες».
Η συσχέτιση όρασης και νοητικών λειτουργιών είναι πολύ σημαντική.
Υπολογίζεται ότι περισσότεροι από ένας στους 30 Ευρωπαίους έχουν μειωμένη όραση, σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Euroblind. Η μειωμένη όραση είναι πιο συχνή στους ηλικιωμένους, στους οποίους συχνά δεν διαγιγνώσκεται καν, αφού δεν πηγαίνουν στον οφθαλμίατρο.
Η αναλογία αυτή είναι πιθανό να διπλασιαστεί έως το 2050, κυρίως εξαιτίας του καταρράκτη, του γλαυκώματος και της ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς κηλίδας που παρατηρούνται πρωτίστως σε ηλικιωμένα άτομα.
Κάθε 20 χρόνια, εξάλλου, αναμένεται διπλασιασμός στην επίπτωση της άνοιας, δηλαδή στον αριθμό των νέων διαγνώσεων της νόσου.
Οι μελέτες
Η μία μελέτη μετά την άλλη δείχνουν ότι μειωμένη όραση και άνοια σχετίζονται στενά.
Η νεότερη από αυτές δημοσιεύθηκε στις 28 Ιουνίου 2018 στο επιστημονικό περιοδικό JAMA Ophthalmology. Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Μαϊάμι ανέλυσαν στοιχεία από περισσότερους από 2.500 άνδρες και γυναίκες, ηλικίας 65-84 ετών.
Από το 1993 έως το 2003 οι εθελοντές είχαν υποβληθεί τέσσερις φορές σε αξιολόγηση των νοητικών δεξιοτήτων και της οπτικής οξύτητάς τους.
Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, το ποσοστό της νοητικής διαταραχής αυξήθηκε στο μεσοδιάστημα από 11% σε 20,6%. Όσοι εθελοντές είχαν διαταραχή της όρασης διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν νοητική διαταραχή. Και όσων τα οφθαλμολογικά προβλήματα επιδεινώθηκαν με το πέρασμα του χρόνου, είχαν πολύ περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν έκπτωση των νοητικών λειτουργιών τους.
Ανάλογα ευρήματα είχε το 2017 η ανάλυση στοιχείων από σχεδόν 33.000 ηλικιωμένους, που δημοσιεύθηκε στο ίδιο ιατρικό περιοδικό. Σε αυτή τη μελέτη, επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ εξέτασαν την οπτική οξύτητα των εθελοντών τους, καθώς και νοητικές δεξιότητες όπως η μνήμη, ο προσανατολισμός και ο προγραμματισμός.
Και πάλι το εύρημα ήταν το ίδιο: όσο περισσότερα προβλήματα οράσεως είχαν οι ηλικιωμένοι, τόσο πιο εξασθενημένες ήταν οι νοητικές λειτουργίες τους.
«Η συσχέτιση που παρατηρούμε σε πολλές μελέτες δεν σημαίνει ότι τα προβλήματα οράσεως είναι η αιτία της έκπτωσης των νοητικών λειτουργιών», διευκρινίζει ο Δρ. Κανελλόπουλος. «Ωστόσο είναι προφανές πως όταν δεν μπορείς να αλληλεπιδράσεις πλήρως με τον κόσμο που σε περιβάλλει, έχεις λιγότερα εγκεφαλικά ερεθίσματα και έτσι είναι πιθανότερο να ελαττωθεί η εγκεφαλική λειτουργικότητά σου».
Άλλη μελέτη, που είχε δημοσιευθεί το 2010 στο περιοδικό American Journal of Epidemiology, είχε δείξει πως οι ηλικιωμένοι με τη φτωχότερη όραση είχαν 63% περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν άνοια σε διάστημα 8,5 ετών.
Επιπλέον, όσοι ηλικιωμένοι με προβλήματα όρασης δεν πήγαιναν ποτέ στον οφθαλμίατρο, είχαν πενταπλάσιες πιθανότητες να εκδηλώσουν έκπτωση των νοητικών λειτουργιών τους. Είχαν επίσης 9,5 φορές περισσότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με νόσο Αλτσχάιμερ.
Αμφίδρομη σχέση
«Η συσχέτιση όρασης-νοητικών δεξιοτήτων δεν είναι υποχρεωτικώς μονόδρομη. Mπορεί να είναι και αμφίδρομη», λέει ο Δρ. Κανελλόπουλος. «Αυτό σημαίνει πως ίσως μπορεί να βελτιωθεί η εγκεφαλική λειτουργία, εάν διορθωθούν τα προβλήματα όρασης σε ανθρώπους που ήδη έχουν νοητική διαταραχή».
Τα έως τώρα επιστημονικά δεδομένα γι’ αυτό το θέμα είναι αντιφατικά. Άλλες μελέτες έχουν καταδείξει βελτιωμένη νοητική λειτουργία έπειτα, π.χ., από την εγχείρηση για καταρράκτη και άλλες όχι.
Σε κάθε περίπτωση, οι ειδικοί θεωρούν πολύ πιθανό ότι η πρόληψη και η έγκαιρη αντιμετώπιση των οφθαλμολογικών προβλημάτων μπορεί να δράσει προληπτικά, αποτρέποντας έως ένα βαθμό την έκπτωση των νοητικών λειτουργιών.
Γι’ αυτό το λόγο, η Αμερικανική Ακαδημία Οφθαλμολογίας (AAO) συνιστά λεπτομερή έλεγχο της οράσεως σε τακτά χρονικά διαστήματα, όταν ένα άτομο δεν έχει συμπτώματα ή γνωστούς παράγοντες κινδύνου για απώλεια της όρασης.
Στις ηλικίες 55-64 ετών ο προληπτικός έλεγχος της όρασης πρέπει να γίνεται κάθε 1-3 χρόνια, ενώ μετά τα 65 έτη πρέπει να γίνεται κάθε 1 έως 2 χρόνια.
«Το προληπτικό τσεκάπ μπορεί να ανιχνεύσει τα προβλήματα όρασης σε πρώιμο στάδιο, όταν υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες επιτυχούς αντιμετώπισης», τονίζει ο Δρ. Κανελλόπουλος. «Κάτι τέτοιο, όχι μόνο μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα ζωής του πάσχοντος, αλλά ενδεχομένως να διαφυλάξει και τη νοητική υγεία του».