Ωστόσο, οι επιστήμονες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι υπάρχει ένα πολύ συγκεκριμένο είδος χωρισμού που μπορεί να μας «διαλύσει» περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο.

Έρευνα του Πανεπιστήμιο του Κορνέλ που δημοσιεύεται στο «Personality and Social Psychology Bulletin», υποστηρίζει πως το τέλος που πονάει πιο πολύ από κάθε άλλο είναι αυτό που προκύπτει από την εμπλοκή ενός τρίτου ατόμου. Δεν μιλάμε απαραίτητα για απιστία, καθώς είναι πιθανό ένας άνθρωπος να χωρίσει απλά και μόνο επειδή άρχισε να ενδιαφέρεται για κάποιον άλλο.

Τόσο σε αυτή την περίπτωση όσο και σε αυτή τα παράλληλης σχέσης ή της σεξουαλικής καθαρά σχέσης με τρίτο πρόσωπο, η ψυχολογία του συντρόφου που μένει πίσω φτάνει στο Ναδίρ της. Κυρίως όταν η επιλογή του συντρόφου είναι ξεκάθαρη, με το τρίτο πρόσωπο να μοιάζει να έχει κερδίσει για τα καλά μια θέση στην καρδιά – ή έστω, στην προτίμησή του.

Όπως αναλύουν οι ερευνητές, αυτό που πονάει περισσότερο είναι η σύγκριση με τον «ανταγωνιστή» στην οποία θέλοντας και μη βάζουμε τον εαυτό μας. Αυτό ισχύει τόσο για τα αρσενικά όσο και για τα θηλυκά.

Υπάρχει, όμως, και μία σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο φύλων. Βάσει των αποτελεσμάτων της ίδιας έρευνας, οι γυναίκες είναι αυτές που βιώνουν εντονότερα τον χωρισμό, πονώντας ψυχικά και σωματικά όταν χωρίζουν, αλλά οι άντρες καταλήγουν να υποφέρουν πιο πολύ μακροπρόθεσμα, κρύβοντας τα συναισθήματά τους και επιλέγοντας να προχωρήσουν ακόμα και αν δεν έχουν ξεπεράσει τον χωρισμό τους.

Κάπως έτσι εξηγείται και η τάση των γυναικών να καθυστερούν να μπουν σε επόμενη σχέση, σε αντίθεση με τα αρσενικά που μοιάζουν να… αδυνατούν να αντέξουν τη μοναχική ζωή.



Πηγή