Για τέταρτη φορά μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα οι Γάλλοι καλούνται να βγουν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν κατά της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού που προωθεί η κυβέρνηση του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν.
«Αν ξεπεράσουμε το ένα εκατομμύριο, θα είναι επιτυχία», εκτίμησε ο Λορέν Μπερζέρ επικεφαλής του συνδικάτου CFDT.
Η αστυνομία από την πλευρά της αναμένει 600.000 με 800.000 ανθρώπους στους δρόμους, από τους οποίους οι 90.000 με 120.000 στο Παρίσι.
Από την αρχή των κινητοποιήσεων κατά της μεταρρύθμισης αυτής, η οποία αποτελεί αυτή την περίοδο θέμα έντονων συζητήσεων στην Εθνοσυνέλευση, η συμμετοχή ήταν μεγάλη.
Την Τρίτη, προηγούμενη ημέρα διαδηλώσεων, συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις 757.000 με 2 εκατομμύρια άνθρωποι, ενώ στις 21 Ιανουαρίου είχαν συμμετάσχει 1,27 εκατ. με 2,5 εκατομμύρια.
Ο Μακρόν τονίζει ότι η μεταρρύθμιση αυτή, στο πλαίσιο της οποίας θα αυξηθεί η ηλικία συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64 έτη, είναι «ζωτικής» σημασίας για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος.
Η κυβέρνηση έχει εκφράσει την αποφασιστικότητά της να προχωρήσει στη μεταρρύθμιση, όμως με τον καιρό έχει δεχθεί κάποιες τροποποιήσεις που δεν αλλάζουν όμως τον πυρήνα της.
Εξάλλου οι δηλώσεις του Γάλλου προέδρου από τις Βρυξέλλες χθες Παρασκευή προκάλεσαν την έντονη αντίδραση των συνδικάτων.
Σε μια σπάνια δήλωση για το θέμα αυτό, ο Μακρόν ζήτησε από τους διοργανωτές των κινητοποιήσεων να διατηρήσουν «ένα πνεύμα ευθύνης» προκειμένου «να μπορούν να εκφράζονται οι διαφωνίες, αλλά με ηρεμία, με σεβασμό προς την περιουσία και τους ανθρώπους και με την πρόθεση να μην εμποδίζεται η ζωή της υπόλοιπης χώρας».
Από την πλευρά του ο επικεφαλής του συνδικάτου CGT Φιλίπ Μαρτινέζ έκανε λόγο για ενδεχόμενες «πιο σκληρές, πιο πολλές, πιο μαζικές και επαναλαμβανόμενες απεργίες».
Η Γαλλίδα πρωθυπουργός Ελιζαμπέτ Μπορν υπερασπίστηκε εκ νέου την Πέμπτη τη μεταρρύθμιση, υπογραμμίζοντας ότι είναι απαραίτητη για «να διασφαλιστεί το μέλλον του συνταξιοδοτικού συστήματος».
Η κυβέρνηση δεν διαθέτει την πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση για να περάσει τη μεταρρύθμιση αυτή και βασίζεται στη στήριξη της παραδοσιακής δεξιάς για να το πράξει, όμως προς το παρόν αυτή δεν είναι δεδομένη.