Νέα ισχυρά όπλα στον προεκλογικό αγώνα θα αποκτήσει η κυβέρνηση, εξασφαλίζοντας de facto υποστήριξη από διεθνείς οίκους, στην προσπάθεια της να υποστηρίξει το αφήγημα περί “επιτυχούς οικονομικής πολιτικής” και “συνετής δημοσιονομικής διαχείρισης” που “έχουν επαναφέρει τη χώρα στο δρόμο της ανάπτυξης”.
Στην προεκλογική μάχη μπαίνουν από αυτή την εβδομάδα τέσσερις οίκοι αξιολόγησης, που αναμένεται ότι θα δώσουν “πόντους” στην κυβέρνηση με το βάρος και το κύρος των εκθέσεων τους. Εμφανίζονται “ανεξάρτητοι” και οι αξιολογήσεις τους θεωρείται ότι δεν υπαγορεύονται – ούτε καν – επηρεάζονται από πολιτικές σκοπιμότητες. Ομως η εμπειρία δείχνει το αντίθετο, όσο κι αν τα κίνητρα και οι σκοπιμότητες κρύβονται επιμελώς πίσω από περίτεχνες τεχνοκρατικές διατυπώσεις.
Στις μέχρι τώρα εκθέσεις και τις σχετικές αναλύσεις φαίνεται ότι όλοι οι διεθνείς οίκοι συγκλίνουν σε θετικές εκτιμήσεις για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και σε αισιόδοξες προβλέψεις για τις προοπτικές της. Ταυτόχρονα όμως επισημαίνουν αδυναμίες, κινδύνους και προκλήσεις. Οι επισημάνσεις είναι στη λογική του “μιά στο καρφί και μιά στο πέταλο”, προσφέροντας επιχειρήματα για να υποστηρίξει κανείς ο,τιδήποτε.
Το θέμα κάθε φορά είναι η “δοσολογία” θετικών εκτιμήσεων και κινδυνολογικών επισημάνσεων.
Εκεί θα παιχθεί και τώρα το παιχνίδι των αξιολογήσεων – σε περίπτωση που δεν υπάρξουν αναβαθμίσεις.
Τα “άσφαιρα πυρά” και η ομοβροντία…
Επενδυτική βαθμίδα μπορεί να δώσει στην Ελλάδα ο γερμανικός οίκος Scope Rating. Δεν είναι αναγνωρισμένος από την ΕΚΤ, λαμβάνεται δευτερευόντως υπόψη από τις αγορές, αλλά με μιά θετική αξιολόγηση μπορεί να διαμορφώσει ευνοϊκότερο κλίμα για την Ελλάδα, “στρώνοντας δρόμο” για να ακολουθήσουν αναβαθμίσεις από τους τρεις “μεγάλους” οίκους.
Η Scope Rating θα ανοίξει τον χορό των νέων αξιολογήσεων δημοσιεύοντας την έκθεση της την προσεχή Παρασκευή 3 Μαρίου. Κατατάσσει την Ελλάδα μόλις ένα σκαλοπάτι χαμηλότερα από την επενδυτική βαθμίδα, άρα είναι εύκολο να μας δώσει το πολυπόθητο “χαρτί-διαβατήριο” για τις αγορές.
Θα ακολουθήσει στις 10 Μαρτίου ο καναδικός οίκος DBRS, ο οποίος βαθμολογεί την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας μόλις ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Την ίδια βαθμολογία μας δίνουν επίσης η Standard and Poor’s (S&P) και η Fitch.
Εν συνεχεία τη σκυτάλη θα πάρει η Moody’s, που θα εκδώσει την “ετυμηγορία” της στις 17 Μαρτίου. Μέχρι τώρα ήταν η πιό “αυστηρή” με την Ελλάδα και μας κατατάσσει ρία σκαλοπάτια κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Εχει λοιπόν τη δυνατότητα να μας αναβαθμίσει, χωρίς να χρειάζεται να εξηγήσει πολλά για να τεκμηριώσει την απόφαση της.
Το “βαρύ πυροβολικό” πριν από τις δεύτερες εκλογές
Η Fitch ήταν η πρώτη που αναβάθμισε φέτος (στις 27 Ιανουαρίου) το αξιόχρεο της Ελλάδας, αν και προβλέπει σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης, τοποθετώντας τον πήχυ μόλις στο 0,9% για το τρέχον έτος. Η επόμενη αξιολόγηση της θα γίνει στις 9 Ιουνίου και είναι αμφίβολο αν θα προλάβει τις δεύτερες εκλογές.
Ομως, γι αυτή τη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση – αν τελικά απαιτηθεί, η κυβέρνηση έχει να υπολογίζει στο “βαρύ πυροβολικό”: Στις 21 Απριλίου, πιθανότατα μεταξύ δύο εκλογικών αναμετρήσεων και στην καλύτερη χρονική συγκυρία για την κυβέρνηση, θα ανακοινώσει την αξιολόγηση της η Standard and Poor’s (S&P).
η S&P βαθμολογεί την Ελλάδα με ΒΒ+, μόλις ένα σκαλοπάτι χαμηλότερα από την επενδυτική βαθμίδα. Αν προχωρήσει σε αναβάθμιση, θα είναι εξαιρετικά θετική εξέλιξη για την ελληνική οικονομία και τις αγορές, αλλά και ένα “δώρο εξ ουρανου” – ή εξ… Αμερικής – για την κυβέρνηση…