Αν ένας εντομολόγος ισχυριστεί ότι ανακάλυψε ένα καινούργιο είδος κολεόπτερου, πλάι στις περίπου 400.000 που ήδη γνωρίζουμε, δεν θα χρειαστεί παρά ορισμένες ανατομικές συγκρίσεις για να πείσει τους συναδέλφους του. Αν όμως ένας αστρονόμος, αστροφυσικός ή αστροβιολόγος ετοιμάζεται να ισχυριστεί ότι ανακάλυψε ίχνη εξωγήινης ζωής, με άλλα λόγια ότι έκανε τη μεγαλύτερη επιστημονική ανακάλυψη στην ιστορία της ανθρωπότητας, θα πρέπει να είναι έτοιμος να εισπράξει διάχυτο σκεπτικισμό σε πρώτη φάση, εξονυχιστικό έλεγχο σε δεύτερη και σκωπτικά σχόλια (λοιπόν, τι κάνουν σήμερα τα πράσινα ανθρωπάκια σου από τον Αρη, Τζόνι;) στην πιθανότατη περίπτωση που θα διαψευστεί.

Η Τζέιν Γκριβς, αστρονόμος από το Πανεπιστήμιο του Κάρντιφ, και οι άλλοι επιστήμονες που συνυπέγραψαν το πολύκροτο άρθρο στο περιοδικό Nature Astronomy δεν ισχυρίστηκαν ότι ανακάλυψαν εξωγήινη ζωή, έστω και στην ταπεινότερη μορφή των μικροβίων. Αποτέλεσμα διασταυρωμένων ερευνών τριών ετών, το πόνημά τους, που δημοσιεύθηκε την περασμένη Δευτέρα, διεκδικεί μόνο τη σεμνή ανακάλυψη μιας σχετικά σπάνιας ουσίας, που ονομάζεται φωσφίνη, στην ατμόσφαιρα της Αφροδίτης. Στη Γη, αυτή η ανόργανη χημική ένωση (ένα άτομο φωσφόρου και τρία υδρογόνου) παράγεται από μικρόβια στα εντόσθια ζώων όπως οι πιγκουίνοι, σε περιβάλλοντα φτωχά σε οξυγόνο, όπως οι βάλτοι και σε κάποια εργοστάσια. Ωστόσο, η Αφροδίτη δεν έχει, εξ όσων γνωρίζουμε, ούτε πιγκουίνους, ούτε εργοστάσια. Εν αναμονή άλλης, πειστικής ερμηνείας, το ενδεχόμενο να παράγεται η φωσφίνη της Αφροδίτης από κάποιου είδους μικρόβια δεν μπορεί να αποκλειστεί.

Μέχρι την περασμένη εβδομάδα, ελάχιστοι από όσους ασχολούνται με την αναζήτηση εξωγήινης ζωής έστρεφαν την προσοχή τους προς την Αφροδίτη, εστιάζοντας τις έρευνές τους κυρίως στον Αρη και σε δορυφόρους του Δία και του Κρόνου. Κι αυτό γιατί, αν και έλκει την ονομασία της από την αρχαία θεά του έρωτα και της ομορφιάς, ο πιο κοντινός μας γείτονας στο ηλιακό σύστημα μοιάζει με πύρινη κόλαση, εντελώς ακατάλληλη για οποιαδήποτε μορφή ζωής μπορεί να συλλάβει η φαντασία μας. Η θερμοκρασία στην επιφάνειά της φτάνει τους 471 βαθμούς Κελσίου, ικανή να λιώσει τον μόλυβδο και όσα διαστημόπλοια προσγειώθηκαν στον πλανήτη καταβροχθίστηκαν μέσα σε λίγα λεπτά – μόνο δύο από αυτά πρόλαβαν να μας στείλουν φωτογραφίες επιφανείας. Η ατμόσφαιρα της Αφροδίτης, που αποτελείται σε ποσοστό 96% από διοξείδιο του άνθρακα, παγιδεύει τη θερμότητα, ενώ η ατμοσφαιρική πίεση είναι όση θα αισθανόταν ένας γήινος σε βάθος 900 μέτρων κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας.

Αν όμως η επιφάνεια της Αφροδίτης είναι αποκαρδιωτικά αφιλόξενη, τα πράγματα αλλάζουν στα νέφη που την περιβάλλουν, σε ύψος 55-60 χιλιομέτρων, όπου η θερμοκρασία πέφτει στους 30 βαθμούς Κελσίου και η πίεση είναι ανάλογη με εκείνη που αισθανόμαστε στην επιφάνεια της Γης. Ηδη, το 1967 ο (μετέπειτα διάσημος) αστροφυσικός Καρλ Σέιγκαν και ο βιοφυσικός Χάρολντ Μόροβιτς διατύπωσαν την εικασία ότι τα νέφη της Αφροδίτης θα μπορούσαν να φιλοξενήσουν μορφές ζωής. Εκείνο που αποθάρρυνε τους περισσότερους ερευνητές ήταν το γεγονός ότι τα εν λόγω νέφη αποτελούνται σε ποσοστό 75-90% από θειικό οξύ. Μόνο πολύ παράξενες μορφές ζωής, όπως μικρόβια που, μέσω της εξέλιξης, προικίστηκαν με εξαιρετικά ανθεκτικό εξωτερικό κέλυφος, θα μπορούσαν να επιβιώσουν σε τόσο όξινο περιβάλλον.

Κόντρα στο ρεύμα, η ερευνητική ομάδα της καθηγήτριας Γκριβς βάλθηκε να μελετήσει την ατμόσφαιρα της Αφροδίτης με το τηλεσκόπιο «Τζέιμς Κλερκ Μάξγουελ», στη Χαβάη. Η ανακάλυψη της φωσφίνης, τον επόμενο χρόνο, ήταν ένα πραγματικό σοκ για τους ίδιους τους ερευνητές. Κατάφεραν ωστόσο να την επαληθεύσουν με δεύτερη σειρά ερευνών, χρησιμοποιώντας αυτή τη φορά το πολύ ισχυρό τηλεσκόπιο που βρίσκεται στην έρημο της Ατακάμα, στη Χιλή. Στο μεταξύ, στην ισχυρή ερευνητική ομάδα είχαν προστεθεί κι άλλοι διακεκριμένοι επιστήμονες, όπως η αστροφυσικός του Χάρβαρντ Κλάρα Σούσα- Σίλβα, η αστρονόμος του ΜΙΤ Σάρα Σίγκερ και ο βιοχημικός του ίδιου ιδρύματος Ουίλιαμ Μπέινς. Ο διευθυντής της NASA Τζιμ Μπρίντενσταϊν δεν δίστασε να χαρακτηρίσει την ανακάλυψη της φωσφίνης στην Αφροδίτη «το σημαντικότερο γεγονός στην έρευνα για την ανακάλυψη εξωγήινης ζωής». Hδη, η NASA προσανατολίζεται να δώσει προτεραιότητα στην έρευνα της Αφροδίτης, η οποία είχε παραμεληθεί τα προηγούμενα χρόνια, καθώς το βάρος, σε ό,τι αφορά το ηλιακό μας σύστημα, έπεφτε στον Aρη, με αποστολές διαστημοπλοίων και ρομπότ επιφανείας.

Πηγή: REUTERS, A.P.



agrinio24.gr