H δημοσκόπηση της Metron Analysis για το MEGA δείχνει ένα πολιτικό τοπίο όπου η κυβέρνηση εισπράττει υψηλά ποσοστά δυσαρέσκειας, που αποτυπώνονται και στο πρόσωπο του πρωθυπουργού, παρά τη μικρή επανασυσπείρωση που φαίνεται σε όλα τα κόμματα, ενώ η εικόνα «κυριαρχίας» της Νέας Δημοκρατίας προκύπτει πρωτίστως από τα χαμηλά ποσοστά που εξακολουθούν να έχουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Την ίδια στιγμή το ενδιαφέρον για τις ευρωεκλογές καταγράφεται μειωμένο, πολύ μεγάλο ποσοστό των ψηφοφόρων δεν είναι σίγουροι για το τι θα ψηφίσουν, η επιστολική ψήφος αφορά κυρίως τους νέους, ενώ μετά τον πρωθυπουργό ο μόνος άλλος πολιτικός με υψηλή δημοφιλία φαίνεται ότι είναι ο «κανένας».
Όλα αυτά αποτυπώνουν το πολιτικό τοπίο σε ένα μεταίχμιο, με τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ να είναι ανοιχτές, τις κινητοποιήσεις διαφόρων κοινωνικών ομάδων να συνεχίζονται με αμείωτη ένταση και το τοπίο ως προς τον πολιτικό συσχετισμό των ευρωεκλογών να παραμένει ακόμη αρκετά ασαφές.
Όλα αυτά φαίνονται και από τα στοιχεία της δημοσκόπησης.
Καταρχάς είναι σαφές ότι οι πολίτες έχουν αρνητική γνώμη για την κυβέρνηση. Το ποσοστό αυτών που έχουν αρνητική γνώμη είναι 59%, ενώ το ποσοστό των θετικών γνώμων παραμένει χαμηλά στο 34%, ουσιαστικά τον σκληρό πυρήνα των ψηφοφόρων της κυβέρνησης. Βεβαίως, ενδεικτική της αντιφατικότητας της συγκυρίας και της μεγάλης κρίσης του ΣΥΡΙΖΑ είναι και η ακόμη μεγαλύτερη απόρριψη της αξιωματικής αντιπολίτευσης με τις αρνητικές γνώμες να φτάνουν το 86% και τις θετικές να είναι μόλις 8%.
Αυτό το κλίμα δυσαρέσκειας αρχίζει και αγγίζει και τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Μπορεί οι θετικές γνώμες να είναι περισσότερες από αυτές για την κυβέρνηση, φτάνοντας το 40%, αλλά παραμένουν αρκετά λιγότερες από τις αρνητικές γνώμες που είναι στο 54%. Την ίδα ώρα, αρνητικά αξιολογείται και ο επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Στέφανος Κασσελάκης, με 77% αρνητικές γνώμες και μόλις 16% θετικές.
Ανάλογα είναι τα αποτελέσματα και στην αποτίμηση της δημοφιλίας όλων των πολιτικών αρχηγών. Ο πρωθυπουργός προηγείται γενικά, αλλά έχει ενδιαφέρον ότι έχει εν τέλει αρνητικό ισοζύγιο θετικών – αρνητικών γνωμών. Στη δεύτερη θέση ως προς τη δημοφιλία ανεβαίνει ο Δημήτρης Κουτσούμπας και τον ακολουθούν ο Νίκος Ανδρουλάκης και η Ζωή Κωνσταντοπούλου. Αντιθέτως, ο Στέφανος Κασσελάκης εξακολουθεί να έχει το μεγαλύτερο ποσοστό αρνητικών γνωμών στο 73%
Ενδιαφέρον έχει ότι όπως είναι αναμενόμενο ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει την ισχυρότερη απήχηση σε όσους δηλώνουν κεντροδεξιοί και σχετικά μικρότερη σε όσους δηλώνουν δεξιοί, ενώ ο Στέφανος Κασσελάκης έχει την υψηλότερη δημοτικότητα στους κεντροαριστερούς, μια που στους αριστερούς κυριαρχεί ο Δημήτρης Κουτσούμπας, ενώ ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει υψηλότερη δημοτικότητα στους κεντροαριστερούς και κεντρώους.
Όμως, όταν ερχόμαστε στην ερώτηση για το ποιον οι πολίτες θεωρούν καταλληλότερο ως πρωθυπουργό, ερώτηση διαφορετική από αυτή που αφορά την αποτίμηση ως προς τον ρόλο του πρωθυπουργού και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης ή τη γενική δημοφιλία, τότε μόνο ο πρωθυπουργός συγκεντρώνει ένα ποσοστό 40%, πάλι ανάλογο με την ευρύτερη επιρροή του χώρου της ΝΔ, όμως μετά από αυτόν ο αμέσως δημοφιλέστερος, με ένα εντυπωσιακό 33% είναι ο «Κανένας», ενώ οι υπόλοιποι πολιτικοί αρχηγοί είναι από 5% και κάτω.
Ως προς τις επερχόμενες εκλογές έχει ιδιαίτερη σημασία ότι η δημοσκόπηση αποτυπώνει προς το παρόν μειωμένο ενδιαφέρον. Οι απαντήσεις που αναφέρουν πολύ ή αρκετό ενδιαφέρον για τις Ευρωεκλογές είναι προς το παρόν στο 54%, ενώ συγκριτικά τον Μάιο του 2019 ήταν 72%. Ως προς την ηλιακή κατανομή έχει ενδιαφέρον ότι είναι κυρίως οι σαραντάρηδες και πενηντάρηδες αυτοί με το μικρότερο συγκριτικά ενδιαφέρον, σε αντίθεση με τη νεολαία και τους μεγαλύτερης ηλικίας.
Ως προς την πρόθεση συμμετοχής από την άλλη, σίγουρα ναι απαντά το 56%, αρκετά χαμηλότερα από τις απαντήσεις τον Μάιο του 2019, και μάλλον ναι το 24%, ενώ το 20% απαντά είτε μάλλον όχι, είτε σίγουρα όχι. Εδώ η ηλικιακή κατανομή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον: το μικρότερο συγκριτικά ενδιαφέρον εμφανίζεται στη ηλικίες 17-42 και μόνο πάνω από τα 43 γίνεται πλειοψηφικό το «σίγουρα ναι». Όλα αυτά παραπέμπουν σε ένα υπαρκτό ενδεχόμενο να έχουμε ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά αποχής στις ευρωκλογές, συνεχίζοντας την τάση των εκλογών του 2023.
Ως προς την επιστολική ψήφο, η μεγάλη πλειοψηφία επιμένει στην αυτοπρόσωπη παρουσία, με πιο ενδιαφέρον στοιχείο ότι είναι κυρίως η νεολαία που εξετάζει περισσότερο να κάνει χρήση της επιστολικής ψήφου και λόγω μεγαλύτερης εξοικείωσης με τις εξ αποστάσεως διεργασίες.
Ενδεικτική της ρευστότητας που σήμερα αποτυπώνεται στο πολιτικό τοπίο και ειδικότερα στις σχέσεις εκπροσώπησης είναι τα αποτελέσματα της έρευνας ως προς τη βεβαιότητα των πολιτών για το κόμμα που θέλουν να ψηφίσουν. Μόνο το 61% δηλώνει απόλυτα ή μάλλον βέβαιο για το κόμμα που πρόκειται να ψηφίσει, ενώ το 38% δηλώνει όχι και τόσο βέβαιο ή ακόμη και καθόλου βέβαιο.
Περνώντας τώρα στους κομματικούς συσχετισμούς, στην ερώτηση για τα όρια της πολιτικής επιρροής, ενώ η ΝΔ δείχνει να έχει σταθερά όρια, το ΠΑΣΟΚ δείχνει μια οριακή υποχώρηση ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ αποκτά ξανά μια κάπως ανοδική δυναμική, αν και προς το παρόν υπολείπεται του ΚΚΕ ως προς τη δυνητική επιρροή του.
Ως προς την πρόθεση ψήφου (αυθόρμητες απαντήσεις) για τις ευρωεκλογές η ΝΔ διατηρεί την πρωτοκαθεδρία, κυρίως όμως γιατί η αντιπολίτευση παραμένει σε χαμηλά επίπεδο. Το ΠΑΣΟΚ σταθεροποιείται στη δεύτερη θέση, αλλά όχι με μεγάλη δυναμική, ο ΣΥΡΙΖΑ στην τρίτη θέση, το ΚΚΕ στην τέταρτη, η Ελληνική Λύση δείχνει ενισχυμένη στο τοπίο της ακροδεξιάς, ενώ τα πράγματα δείχνουν δύσκολα για την Νέα Αριστερά και το ΜέΡΑ25.
Στην εκτίμηση ψήφου που κάνει η Metron Analysis, η Νέα Δημοκρατία εμφανίζει ελαφρά μεγαλύτερη συσπείρωση σε σχέση με τον Ιανουάριο, ενώ το ίδιο ισχύει και για τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Το ΚΚΕ καταγράφει μικρή υποχώρηση, η Ελληνική Λύση περίπου στο ίδιο ποσοστό, η Νίκη κάπως ενισχυμένη, ΜέΡΑ25 και Νέα Αριστερά προς το παρόν δεν δείχνουν να μπορούν να περάσουν το κατώφλι του 3%.
Όλα αυτά αποτυπώνονται και στην αποτίμηση της συσπείρωσης και των μετακινήσεων των ψηφοφόρων, όπου όπως είναι αναμενόμενο τη χαμηλότερη συσπείρωση την έχει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η ταυτότητα της έρευνας