Την τελευταία δεκαετία οι πιέσεις που δέχονται οι πληθυσμοί ψαριών στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα έχουν υποχωρήσει αισθητά, όμως η υπεραλίευση συνεχίζει να απειλεί τα μισά ιχθυαποθέματα και η κλιματική αλλαγή δημιουργεί νέες απειλές, διαπιστώνει ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) του ΟΗΕ.
Σε συνδυασμό με τις υδατοκαλλιέργειες σε αλμυρά και υφάλμυρα ύδατα, η αλιεία στην περιοχή παράγει 2,06 εκατομμύρια τόνους τροφίμων το χρόνο, αξίας 21,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, και συντηρεί 1,7 εκατομμύρια θέσεις εργασίας, σημειώνει ο οργανισμός στην έκθεσή του.
Η μέση πίεση στα ιχθυαποθέματα έχει περιοριστεί κατά 50% από το 2013, ενώ η αναλογία των αποθεμάτων που αλιεύονται σε βιώσιμα επίπεδα έχει διπλασιαστεί στο ίδιο διάστημα λόγω βελτιωμένων πρακτικών διαχείρισης.
Παρόλα αυτά, το 52% των αποθεμάτων παραμένουν αντικείμενο υπερκμετάλλευσης, ενώ η τυχαία σύλληψη ευάλωτων ειδών, όπως οι καρχαρίες και οι θαλάσσιε χελώνες, αποτελεί πρόβλημα σε περιοχές της κεντρικής και ανατολικής Μεσογείου και της Αδριατικής
«Τα ιχθυαποθέματα δεν βρίσκονται ακόμα στο επίπεδο που θα θέλαμε, αρχίζουν όμως να ανακάμπτουν χάρη στις πρακτικές διαχείρισης που βασίζονται στην επιστήμη και την ισχυρή συμμετοχή των εμπλεκομένων, ενώ […] η υδατοκαλλιέργεια αποδεικνύεται ότι μπορεί να καλύψει τη μελλοντική ζήτηση» δήλωσε ο Μανουέλ Μπαράντζε, επικεφαλής αλιείας και υδατοκαλλιέργειας του FAO.
Το 2023, η αλιεία στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα παρήγαγε περίπου 1,12 εκατομμύρια τόνους άγριων ψαριών και άλλων θαλάσσιων ειδών. Το νούμερο αυξήθηκε κατά 13% σε σχέση με το 2022, παραμένει όμως σχετικά σταθερό την τελευταία δεκαετία.
Η Τουρκία παραμένει στην πρώτη θέση των αλιευτικών χωρών, αντιπροσωπεύοντας το 13% των εκφορτώσεων, ακολουθούμενη από την Ιταλία και την Ελλάδα.
Το 2023 υδατοκαλλιέργεια απέφερε 2,97 εκατομμύρια τόνους αλιευμάτων, αξίας 9,3 δισ. δολαρίων, με τις υδατοκαλλιέργειες αλμυρού και υφάλμυρου νερού να αντιστοιχούν σε περίπου 940.000 τόνους.
Παρόλα αυτά, σημειώνει ο FAO, οι υδατοκαλλιέργειες απειλούνται από καύσωνες, επιδημίες ασθενειών, ξενικά είδη και γραφειοκρατικά εμπόδια που αποθαρρύνουν τις επενδύσεις.
Σύμφωνα με την έκθεση, για να καλυφθεί η προβλεπόμενη ζήτηση το 2050 και να φτάσουν οι χώρες της περιοχής τη μέση παγκόσμια κατά κεφαλήν κατανάλωση, η οποία εκτιμάται στα 20,7 κιλά ανά καταναλωτή το 2022, η συνολική παραγωγή θα πρέπει να αυξηθεί κατά 14-29%.
















