Η ιδιότητα της μητέρας τα τελευταία δύο χρόνια με έχει κάνει πολύ πιο καχύποπτη και επιφυλακτική για τα πάντα. Ειδικά όσον αφορά στη διατροφή του παιδιού μου. Έτσι αποκλείονται αμέσως τροφές με συντηρητικά, οτιδήποτε είναι προσυσκευασμένο και προμαγειρεμένο, πρώτες ύλες αμφιβόλου προελεύσεως και γενικότερα ό,τι δεν είναι πιστοποιημένο και ελεγμένο με σχετικές πιστοποιήσεις κλπ.

Το κατάστημα με τα βιολογικά προϊόντα, ο κρεοπώλης και ο ψαράς (προμηθευόμαστε μόνο ψάρια πελαγίσια και όχι ιχθυοκαλλιέργειας) της περιοχής έχουν γίνει οι καλύτεροί μας φίλοι, πλέον, καθώς είναι οι μόνοι που εμπιστευόμαστε όταν πρόκειται για τις προμήθειες του μικρού.

Βλέπετε δεν ζούμε στις δεκαετίες που ήμασταν εμείς παιδιά, τότε που τα τρόφιμα ήταν πολύ καλύτερα ποιοτικά. Ούτε βρισκόμαστε στο χωριό που μεγαλώσαμε με τους γείτονες, στην κυριολεξία, να αποτελούν και την κύρια πηγή τροφοδοσίας της κάθε οικογένειας.

Όλο και κάποιος θα μας έδινε αυγά από τη κοτούλα του και γάλα από την κατσίκα του και φυσικά δεν ήταν και λίγοι εκείνοι που είχαν λατρεία με το ψάρεμα και επέστρεφαν γεμάτοι με ολόφρεσκα ψάρια που μπαίνανε κατευθείαν από την θάλασσα στο φούρνο ή το τηγάνι.

Για τα τελευταία, ωστόσο, η αλήθεια είναι πως εδώ και λίγες ημέρες έχω αναθεωρήσει. Ένα δημοσιογραφικό ταξίδι μετά από πρωτοβουλία της Lidl Ελλάς –εδώ και πέντε χρόνια προσφέρει στους πελάτες της ολόφρεσκα ψάρια, καθαρισμένα και έτοιμα για μαγείρεμα– στον μικρό όρμο Σελόντα, μεταξύ Κορινθίας και Αργολίδας, και στις ιχθυοκαλλιέργειες που διατηρεί εκεί η ομώνυμη εταιρεία ήταν αρκετό για να μου αλλάξει την γνώμη περί ψαριών που προέρχονται από αυτές, αλλά και περί ψαριών που διατίθενται φρέσκα και συσκευασμένα έτοιμα για μαγείρεμα.

Η ιχθυοκαλλιέργεια στην Ελλάδα και οι εξαγωγές

Με την τσιπούρα και το λαβράκι να αποτελούν τα δύο δημοφιλέστερα μεσογειακά ψάρια σε Ευρώπη (Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία) και Βόρεια Αμερική, η Ελλάδα αποτελεί μία από τις δύο κορυφαίες εξαγώγιμες χώρες τους. Αν και μέχρι πρότινος η χώρα μας βρισκόταν στην πρώτη θέση, η Τουρκία κατάφερε να μας ξεπεράσει, ωστόσο, μόνο ποσοτικά, καθώς ποιοτικά τα προϊόντα της γείτονος δεν έχουν καμία σχέση με τα δικά μας.

Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι εταιρείες που ασχολούνται με την ιχθυοκαλλιέργεια στη χώρα μας λειτουργούν μέσα στο πλαίσιο και με τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ό,τι αυτό συνεπάγεται βάσει των σχετικών κανονισμών, οι οποίοι αντανακλώνται και στην ποιότητα του τελικού προϊόντος.

Συνθήκες διαβίωσης και εκτροφής των ψαριών της ιχθυοκαλλιέργειας

Για τους περισσότερους καταναλωτές (μέχρι πρότινος συμπεριλάμβανα και τον εαυτό μου ανάμεσα σε αυτούς), λοιπόν, τα ψάρια που προέρχονται από ιχθυοκαλλιέργειες αποτελούν προϊόντα κατώτερης ποιότητας, συγκριτικά με αυτά που ζουν και αναπαράγονται ελεύθερα στα πελάγη και αλιεύονται από τους ψαράδες ανοικτά των θαλασσών –χωρίς βέβαια να γνωρίζουμε μετά από πόσο καιρό το αλιευτικό από την Χίο, για παράδειγμα, φτάνει στην Αττική ή τον εκάστοτε προορισμό του και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες μεταφέρονται τα ψάρια.

Οι μύθοι που περιστρέφονται γύρω από τις ιχθυοκλλιέργειες, ενισχύοντας έτσι την παραπάνω άποψη, αφορούν κυρίως στις συνθήκες διαβίωσης και εκτροφής των ψαριών τους, κάτι που μία επίσκεψη σε κάποια από τις εγκαταστάσεις της Σελόντα (συνολικά διαθέτει 55 μονάδες θαλάσσιες μονάδες εκτροφής στην Ελλάδα, παράγοντας ετησίως 32.000 τόνους τσιπούρας και λαβρακίου) ανατρέπει, και μάλιστα και με το παραπάνω.

Αυτό που κατάλαβα από την επίσκεψή μας στον όρμο Σελόντα είναι ότι η άγνοια τις περισσότερες φορές δημιουργεί λανθασμένες απόψεις, τις οποίες υιοθετούμε χωρίς να έχουμε εμπεριστατωμένα στοιχεία και επιχειρηματολογία για να τις αποδείξουμε.

Μία φράση, λοιπόν, είναι αρκετή για να συνειδητοποιήσει κανείς την αλήθεια της ιχθυοκαλλιέργειας: τα ψάρια μεγαλώνουν στο φυσικό τους περιβάλλον.

Έτσι, μέχρι πρότινος αγνοούσα το γεγονός ότι οι τσιπούρες και τα λαβράκια (τα ψάρια δηλαδή που βρίσκουμε φρέσκα, καθαρισμένα και έτοιμα για μαγείρεμα στα ψυγεία της Lidl Ελλάς) καλλιεργούνται σε καθαρές θάλασσες της Κορινθίας, της Αργολίδας και της Αρκαδίας για τουλάχιστον 18 μήνες, τρέφονται με πιστοποιημένες τροφές υψηλών προδιαγραφών που καλύπτουν τις διατροφικές τους ανάγκες σε κάθε στάδιο της ανάπτυξής τους και έτσι τα επίπεδα των θρεπτικών συστατικών τους όπως τα ω-3 λιπαρά παραμένουν σταθερά, εκτρέφονται σε καθαρά νερά που ανανεώνονται από φυσικά ρεύματα, συσκευάζονται σε υπερσύγχρονες μονάδες με μια πλήρη γκάμα πιστοποιήσεων και συγκαταλέγονται στα πιο φρέσκα που μπορούμε να βρούμε στην αγορά, καθώς αλιεύονται κατά παραγγελία.

Από την παραγωγή στην κατανάλωση

Η ελληνίδα νοικοκυρά, πλέον, και οι μανάδες ακόμη περισσότερο, μπορούν εύκολα και γρήγορα να ετοιμάσουν ένα υγιεινό, θρεπτικό και άκρως γευστικό γεύμα για την οικογένεια προμηθευόμενη τις καινοτομικές συσκευασίες τροποποιημένης ατμόσφαιρας που χρησιμοποιούνται από τη Σελόντα για λογαριασμό της Lidl Ελλάς, φέρνοντας στο τραπέζι πραγματικά φρέσκο ψάρι (παραδίδεται ολόφρεσκια στα καταστήματα καθώς αλιεύεται καθημερινά και διατηρείται σε ψύξη 0-2 βαθμών Κελσίου), το οποίο, μάλιστα, διατηρεί όλα τα θρεπτικά συστατικά και τη νοστιμιά τους με συντήρηση σε απλό ψυγείο.

Οι πιο διστακτικοί καταναλωτές, ωστόσο, αλλά και όσοι θέλουν να γνωρίζουν τα πάντα σχετικά με το προϊόν που προμηθεύονται και τον παραγωγό του (αν ποτέ χρειαστεί κάτι τέτοιο) έχουν κι άλλους λόγους για να προτιμήσουν τις συγκεκριμένες συσκευασίες. Αρχικά, στα συγκεκριμένα σκαφάκια αναγράφεται η ημερομηνία αλίευσης, η μονάδα παραγωγής και ο κωδικός συσκευαστηρίου, ενώ τα ψάρια είναι 100% έτοιμα για μαγείρεμα καθώς είναι καθαρισμένα στη συσκευασία τους. Αυτό σημαίνει πως ο καταναλωτής πληρώνει μόνο το καθαρό βάρος, μιας και ό,τι δεν μπορεί να μαγειρευτεί (λέπια κλπ) δεν συμπεριλαμβάνεται στη συσκευασία.

Από την στιγμή που γνωρίζουμε την αλήθεια, έχουμε την επιλογή, πλέον, αλλά και την δυνατότητα να επωφεληθούμε από τις ιχθυοκαλλιέργειες και να έχουμε στο τραπέζι μας περισσότερες από μία φορές την εβδομάδα μία από τις ποιο ωφέλιμες και θρεπτικές για τον ανθρώπινο οργανισμό τροφές. Η κατανάλωση του ψαριού με τις καθαρισμένες και φιλεταρισμένες τσιπούρες και λαβράκια που βρίσκουμε στα καταστήματα της Lidl σε όλη τη χώρα (η ποσότητα τσιπούρας και λαβρακίου που θα φτάσει στα ράφια των καταστημάτων του δικτύου της εταιρίας στην Ελλάδα αναμένεται να αγγίξει φέτος τους 1.500 τόνους, ενώ το 2018 η αντίστοιχη ποσότητα ήταν περίπου 928 τόνοι) γίνεται ακόμη πιο εύκολη και γρήγορη, μην αφήνοντας περιθώρια… δικαιολογίας για την δύσκολη διαδικασία καθαρίσματος και μαγειρέματός τους.

Πηγή