Δεν ήταν μόνο οι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου που εκτινάχθηκαν μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.

Ήταν και αυτές του άνθρακα, εν μέσω περιορισμένης παραγωγής, δυτικών κυρώσεων στη Ρωσία και της στροφής ευρωπαϊκών κρατών σε βραχυπρόθεσμες, πλην ρυπογόνες  εναλλακτικές λύσεις, ώστε να επισπεύσουν την ενεργειακή απεξάρτησή τους από τη Ρωσία.

Ανάλυση της Rystad Energy, εταιρείας ερευνών σε θέματα ενέργειας με έδρα το Όσλο, δείχνει ότι οι τιμές των ευρωπαϊκών εισαγωγών σε άνθρακα για την παραγωγή ενέργειας υπερδιπλασιάστηκαν από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία.

Από τα 186 δολάρια ανά μετρικό τόνο στις 23 Φεβρουαρίου, έφτασαν στα 462 δολάρια έως τις 10 Μαρτίου.

Αν και οι τιμές σημείωσαν μετέπειτα πτώση, εξακολουθούν να παραμένουν σημαντικά υψηλότερες συγκριτικά με το διάστημα πριν από τη ρωσική  εισβολή και τις δυτικές κυρώσεις στη Μόσχα: μέχρι πρότινος τρίτο μεγαλύτερο εξαγωγέα άνθρακα στην Ευρώπη.

Κατά τον Στιβ Χάλτον, υψηλόβαθμο στέλεχος της Rystad Energy, οι σχετικές τιμές δεν αποκλείεται τελικά να ξεπεράσουν τα 500 δολάρια ανά μετρικό τόνο.

Πηγή: Rystad Energy

Ευρωπαϊκή στροφή στον άνθρακα

Πριν ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις υιοθέτησαν φιλόδοξα σχέδια για τη σταδιακή κατάργηση των καυσίμων υψηλής έντασης άνθρακα, με στόχο την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050.

Η κατανάλωση άνθρακα στην Ευρώπη είχε ήδη μειωθεί σχεδόν κατά 40% μεταξύ 2010 και 2020, σύμφωνα με τον βρετανικό πετρελαϊκό κολοσσό BP.

Η Γερμανία, ο μεγαλύτερος χρήστης άνθρακα στην ΕΕ,  ανακοίνωσε πέρυσι ότι επιταχύνει τη σταδιακή κατάργησή του από το 2038 στο 2030.

Το Ηνωμένο Βασίλειο δεσμεύτηκε να κλείσει τις εγκαταστάσεις με χρήση άνθρακα έως το 2024.

Όμως αυτή η τάση άρχισε να αλλάζει από πέρυσι, εν μέσω ανόδου των τιμών του φυσικού αερίου και αύξησης της ζήτησης σε ηλεκτρική ενέργεια, καθώς οι οικονομίες ξανάνοιγαν μετά τα lockdown λόγω της COVID-19.

Το αποτέλεσμα, επισημαίνει σε έρευνά της η Rystad Energy, είναι η ευρωπαϊκή παραγωγή άνθρακα να αυξηθεί κατά 18%.

Τώρα, στη «σκιά» της ρωσικής επέμβασης στην Ουκρανία, η μια μετά την άλλη ευρωπαϊκές κυβερνήσεις πατούν «φρένο» στα σχέδια σταδιακής κατάργησης του άνθρακα.

Το εξετάζει πλέον σοβαρά η Γερμανία.

H Γαλλία αύξησε ήδη το ανώτατο όριο λειτουργίας σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα.

Η Ιταλία αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο επαναλειτουργίας αντίστοιχων εγκαταστάσεων στα εδάφη της, που έκλεισαν προσφάτως.

Αρκετές εταιρείες στην Τσεχία έχουν ήδη αποφασίσει να στραφούν από το φυσικό αέριο στον άνθρακα, σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό ιστότοπο Euractiv.

Στη Βουλγαρία, αντίστοιχα, αποσύρθηκαν τα φιλόδοξα σχέδια για την κατασκευή ενός μεγάλου σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με φυσικό αέριο και η κυβέρνηση της Σόφιας δηλώνει πλέον έτοιμη να διατηρήσει τη βιομηχανία άνθρακα, μέχρι την κατασκευή τουλάχιστον δύο νέων πυρηνικών αντιδραστήρων.

Εκτός ΕΕ, η Βρετανία καθυστερεί τα σχέδια τερματισμού της λειτουργίας ενός εργοστασίου άνθρακα και αναμένεται να ακολουθήσουν και άλλα, σύμφωνα με τον Γκλεν Ρικσον, επικεφαλής αναλυτή σε θέματα ευρωπαϊκής ενέργειας στην S&P Global.

Στην Ευρώπη «αναμένουμε ανοδική τάση στην παραγωγή άνθρακα, σε σχέση με τις προσδοκίες πριν από την εισβολή στην Ουκρανία, από αυτό το καλοκαίρι», επισημαίνει.

Προβλέπει μάλιστα ότι η ευρωπαϊκή παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση άνθρακα θα είναι κατά μέσο όρο 15 GW το 2022, από 11 GW το 2021 και 8 GW το 2020.

Και στο τέλος…. νικούν οι ΗΠΑ

Προ ημερών μελέτη της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (ΙΕΑ) ανέφερε ότι επιπλέον 120 τεραβατώρες (TWh) ενέργειας με καύση άνθρακα θα μπορούσαν να μειώσουν τη ζήτηση φυσικού αερίου κατά 22 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φέτος στη ΕΕ, μειώνοντας έτσι την ανάγκη για εισαγωγές από τη Ρωσία.

Αυτό θα απαιτούσε ωστόσο την προμήθεια επιπλέον 50 εκατομμυρίων τόνων άνθρακα, επισημαίνει, την ώρα που αναζητούνται ήδη εναλλακτικές πηγές για την αντικατάσταση των 50 εκατομμυρίων τόνων ρωσικού άνθρακα που εισάγουν ετησίως.

Η Ευρώπη στρέφεται ήδη σε άλλες αγορές, όπως στη Νότια Αφρική, στην Αυστραλία, στην Ινδονησία και στις ΗΠΑ.

Όχι τυχαία, η αμερικανική Υπηρεσία Ενεργειακής Πληροφόρησης (EIA) ανέφερε προ ημερών ότι αναμένει αύξηση των εξαγωγών άνθρακα για τουλάχιστον μια διετία, λόγω της ζήτησης στην Ευρώπη.

Οι αμερικανικές εταιρείες άνθρακα «θα ωφεληθούν» καθώς οι ρωσικές εξαγωγές άνθρακα στην Ευρώπη μειώνονται, συνηγορεί και ο Μπελ Νέλσον, στέλεχος της Moody’s Investors Service.

Μεγάλο μέρος της βραχυπρόθεσμης στρατηγικής της ΕΕ εξαρτάται από την άμεση ανάγκη εξασφάλισης προμηθειών φυσικού αερίου εκτός Ρωσίας, τονίζουν αναλυτές.

Ωστόσο αυτή θα συνεχίσει να παρουσιάζει διακυμάνσεις, εκτιμούν, δεδομένων των περιορισμένων διαθέσιμων προμηθειών και της αυξημένης τιμής του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG).

Τομέα, στον οποίο οι ΗΠΑ επίσης διεκδικούν τη «μερίδα του λέοντος» στην ευρωπαϊκή αγορά.

Κλίμα, ο μεγάλος ηττημένος

Σε κάθε περίπτωση, η μεταστροφή της Ευρώπης στη χρήση άνθρακα, έστω και βραχυπρόθεσμα, αναμένεται να σηματοδοτήσει ένα βήμα πίσω στις προσπάθειες κατά της κλιματικής αλλαγής.

Σύμφωνα με την IEA, τα επίπεδα CO2 αυξήθηκαν ήδη πέρυσι κατά 6% και 36,6 γιγατόνους, με τις ευρωπαϊκές εκπομπές άνθρακα να σημειώνουν άνοδο 16%, έναντι 17% των ΗΠΑ.

Κατά τις Βρυξέλλες, πάντως, αυτή η ρυπογόνος ενεργειακή μεταστροφή θα είναι βραχύβια, ως μεταβατικό στάδιο προς την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας.

Στα τέλη Φεβρουαρίου για παράδειγμα, μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η Γερμανία ανακοίνωσε τη διάθεση 200 δισεκατομμυρίων ευρώ για την επίσπευση της κάλυψης των αναγκών της σε ηλεκτρική ενέργεια με 100% ανανεώσιμες πηγές έως το 2035.

«Δεν λέμε όχι αμέσως σε όλα τα ορυκτά καύσιμα», ανέφερε ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Επιτροπής αρμόδιος για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, Φρανς Τίμερμανς, στρογγυλοποιώντας την κατάσταση.

«Αν συνδυαστεί με ταχύτερες επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας -για το κλίμα και για την ενεργειακή μας αυτάρκεια- αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει διπλή νίκη».



Πηγή