Μπορεί μια σχέση ή ένας γάμος να συνεχίσει να λειτουργεί ακόμα κι αν ένας από τους δυο έχει απιστήσει και αυτό έχει μαθευτεί ανάμεσά τους; Στο ερώτημα απαντούν μερικά ζευγάρια τα οποία προσπάθησαν να μείνουν μαζί μετά από ένα περιστατικό απιστίας.

Το πρόβλημα με την απιστία δεν είναι ότι δεν συγχωρείται, αλλά κυρίως ότι δεν λησμονιέται. Ακόμη κι αν ένα ζευγάρι που περάσει αυτό το ‘δράμα’ αποφασίσει ότι θέλει να προσπαθήσει να συνεχίσει να είναι μαζί, το θέμα της απιστίας θα προκύπτει συνεχώς όταν θα δημιουργείται πρόσφορο έδαφος: σε κάθε καυγά ο ένας από τους δυο θα το θυμάται και θα το θίγει όχι απαραίτητα γιατί δεν το συγχώρησε όταν έγινε, αλλά οπωσδήποτε επειδή δεν το ξέχασε ποτέ.

Από τη στιγμή που κλονίστηκε η εμπιστοσύνη, τα πράγματα θα είναι σαφώς πιο δύσκολα. Αν ο ένας από τους δυο δε σηκώσει το τηλέφωνο, αργήσει να επιστρέψει σπίτι ή λάβει ένα μήνυμα στο κινητό σε ακατάλληλη ώρα οι υποψίες θα πέφτουν πάντοτε πάνω του λόγω του ότι έχει απιστήσει στο παρελθόν, κάτι που τον κάνει μόνιμα ύποπτο: όσο ψυχοφθόρο λοιπόν είναι για εκείνον που τον απάτησαν, άλλο τόσο είναι και για εκείνον που απάτησε τελικά, αφού και οι δυο πρέπει να αντιμετωπίσουν πλέον μια διαφορετική καθημερινότητα.

Ορισμένοι εκεί έξω είναι δογματικοί και πιστεύουν ότι ‘αν κάποιος απιστήσει μια φορά θα το ξανακάνει’ ενώ κάποιοι άλλοι κατηγορούν όσους χαλάνε για ένα λάθος μια πολύχρονη σχέση με ότι αυτό συνεπάγεται. Η αλήθεια είναι πως τίποτε από τα δυο δεν είναι απόλυτα σωστό και τίποτε απόλυτα λάθος: ανάμεσα στο κάθε ζευγάρι η πραγματικότητα είναι διαφορετική και πρέπει να βρει τον δικό του τρόπο να επιβιώσει- αν τα καταφέρει μετά από μια τέτοια κατάσταση.

Σύμφωνα με τους ειδικούς και τους συμβούλους σχέσεων, η απιστία πρέπει να αντιμετωπίζεται με βάση την κατανόηση του γιατί κάποιος οδηγήθηκε σε αυτή, τι νόημα έχουν οι σχέσεις καθώς και τι μπορεί να έφταιξε και από τις δυο πλευρές για να διορθωθεί εάν και εφόσον θέλουν να δουλέψουν πάνω στη σχέση τους.

Σύμφωνα με μελέτες μόνο το 16% των ανύπαντρων ζευγαριών που βρέθηκαν αντιμέτωπα με την απιστία μπόρεσαν να την ξεπεράσουν και να συνεχίσουν αρμονικά να είναι μαζί. Το ποσοστό όμως είναι μεγαλύτερο στα παντρεμένα ζευγάρια και ο λόγος είναι ότι εκεί υπάρχουν πολλά περισσότερα πράγματα που συνυπολογίζουν οι άνθρωποι πριν χωρίσουν, ανάμεσά τους τα παιδιά, η περιουσία και τα κοινά συμφέροντα φυσικά.

Πως όμως μερικά αληθινά ζευγάρια αποφάσισαν να προσπαθήσουν να μείνουν μαζί μετά από περιστατικά απιστίας που έζησαν μέσα στη σχέση τους;

«Και οι δυο συνειδητοποιήσαμε ποιος ήταν ο ρόλος μας μέσα στο πλαίσιο της απιστίας: Δεν επρόκειτο για πείσμα ή θυμό, αλλά εκείνη χρειαζόταν κάτι που εγώ δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι έπρεπε να της το δώσω. Έτσι από φόβο να μου το πει, πήγε να το βρει σε κάποιον άλλον. Όταν τελικά το συζητήσαμε, εγώ κατάλαβα που ήμουν ανεπαρκής και πλέον αποφάσισα ότι ήθελα και μπορούσα να της προσφέρω αυτό που ζητούσε.»

«Τον αγαπούσα και ήξερα ότι θα τον ήθελα πίσω αν και με είχε απατήσει. Καθίσαμε και μιλήσαμε ήρεμα και πολιτισμένα για το πώς θα το αντιμετωπίσουμε στο μέλλον ενώ παράλληλα ξαναρχίσαμε να βγαίνουμε ραντεβού. Δεν κοιτάξαμε ποτέ ξανά πίσω, αυτό θα ήταν λάθος. Δε συζητήσαμε ποτέ το γιατί με απάτησε αλλά τι θα κάνουμε στο μέλλον για να μην ξανασυμβεί κάτι τέτοια και σε εμάς στ αλήθεια λειτούργησε.»

«Αλλάξαμε τους κανόνες που είχαμε θέσει μέχρι πρότινος μεταξύ μας:  αποφασίσαμε να μην κοιτάει ο ένας το τηλέφωνο του άλλου καθώς αν πηγαίνεις γυρεύοντας για μπελάδες οπωσδήποτε θα τους βρεις. Η αλήθεια είναι πως αυτή η ελευθεριότητα που μας δώσαμε δούλεψε υπέρ μας και κερδίσαμε το παιχνίδι της εμπιστοσύνης που είχε χαθεί: έχουν περάσει 3 χρόνια από τότε που εκείνος με απάτησε και δεν το έχει επαναλάβει.»

«Ο λόγος που με απατούσε ήταν ο εθισμός της στο ποτό: κάθε φορά που μεθούσε ήταν ευάλωτη σε κάποια περιπέτεια με έναν άντρα, όχι απαραίτητα κάτι περισσότερο από ένα one night stand. Έτσι, έθεσα τον όρο ότι δεν θα πίνει πλέον όταν βρίσκεται σε κοινωνικές εκδηλώσεις αφού δε μπορεί να χαλιναγωγήσει τον μεθυσμένο εαυτό της. Όταν είναι νηφάλια είναι ένα εντελώς διαφορετικό άτομο. Δεν μας ξανασυνέβη ποτέ έκτοτε.»

«Προσπαθώ να μη σκέφτομαι το ότι με έχει απατήσει αλλά αρκετές φορές το βλέπω στον ύπνο μου σαν εφιάλτη και μετά δε μπορώ να ξανακοιμηθώ ολόκληρη τη νύχτα. Δε μου συμβαίνει συχνά, αλλά το υποσυνείδητό μου έχει άλλη άποψη για το τι θέλω ή δεν θέλω να θυμάμαι. Είναι το μόνο πλέον που με ενοχλεί από την απιστία του συζύγου μου και δε μπορώ να κάνω κάτι για αυτό, ούτε εκείνος. Αποφάσισα ότι πρέπει να ζω με αυτό.»

«Στις αρχές, ήταν το πρώτο πράγμα που ανέφερε η γυναίκα μου όταν μαλώναμε για κάτι εντελώς άσχετο, όπως ας πούμε αν θα βάλουμε αυτόματο πότισμα στο γκαζόν. Της είπα ότι αν το χρησιμοποιεί συνεχώς για να πληγώνει τόσο τον εαυτό της όσο κι εμένα τότε καλύτερα να χωρίσουμε. Πράγματι χωρίσαμε για ένα διάστημα ώστε να δούμε μήπως αισθανόμαστε καλύτερα έτσι, αλλά εκεί συνειδητοποιήσαμε ότι δεν αντέχουμε αν δεν είμαστε μαζί. Από τότε που τα ξαναβρήκαμε όμως ποτέ δεν έχει ξαναναφερθεί από εκείνη.»

«Για εμάς η απιστία ήταν καταλυτική. Όταν εκείνη με απάτησε κατάλαβα ότι δε θα μπορούσα να την ξαναεμπιστευτώ και θα ζω συνεχώς με φαντάσματα έτσι χωρίσαμε.»

«Απάτησα τη γυναίκα μου και της το εξομολογήθηκα ο ίδιος, αφού ένιωθα πως απλώς δε μου ταιριάζει. Ένιωθα τύψεις και δε μπορούσα να το διαχειριστώ μέσα μου. Της εξήγησα ότι θα έχει απόλυτο δίκιο αν με χωρίσει απλώς είτε το κάνει είτε όχι εγώ δεν θα το ξανακάνω γιατί απλά δε μου ταιριάζει. Εκείνη με άφησε για ένα χρονικό διάστημα αλλά όταν κατάλαβε πως πράγματι συνέχισα να είμαι μόνος, τα ξαναβρήκαμε και έκτοτε δεν αντιμετωπίζουμε κανένα πρόβλημα.»

«Όταν με απάτησε εκείνη κατάλαβα πως η απιστία δεν είναι ο λόγος για να χωρίσω αλλά το σύμπτωμα ότι κάτι άλλο συμβαίνει στη σχέση μου που την οδήγησε εκεί. Τη ρώτησα, μου απάντησε, το δουλέψαμε και τώρα προσπαθούμε να το ξεπεράσουμε.»



Πηγή