Εξιχνιάστηκαν 656 υποθέσεις απάτης – Οι τηλεφωνικές κλήσεις από το «Δημόσιο» και οι «μαϊμού» λογιστές
Σε δεκάδες υποθέσεις απάτης σε βάρος πολιτών εμπλέκεται πολυμελής εγκληματική οργάνωση (απαρτίζεται από 37 μέλη), με δραστηριότητα σε διάφορες περιοχές της χώρας, η οποία εξαρθρώθηκε έπειτα από ευρείας κλίμακας αστυνομική επιχείρηση.
Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., η εγκληματική οργάνωση αριθμούσε 37 μέλη, ενώ διέθετε επαγγελματική υποδομή, καθώς και επιχειρησιακά και τηλεφωνικά κέντρα. Τα μέλη της εξαπατούσαν πολίτες, πείθοντάς τους να καταβάλλουν χρήματα σε τραπεζικούς λογαριασμούς, ή αποκτώντας τον έλεγχο των ηλεκτρονικών τραπεζικών τους δεδομένων.
Στο πλαίσιο της αστυνομικής επιχείρησης που πραγματοποιήθηκε το πρωί της 26ης Νοεμβρίου και οδήγησε στη σύλληψη 25 μελών, κατασχέθηκαν μεταξύ άλλων πλήθος τραπεζικών καρτών, βιβλιαρίων, ηλεκτρονικών συσκευών, οπλισμός, πιστόλι φωτοβολίδων, tazer, πλήθος οχημάτων, χρηματικό ποσό και ποσότητες ναρκωτικών ουσιών.
Μέχρι στιγμής, έχουν εξιχνιαστεί 656 υποθέσεις απάτης, με το οικονομικό όφελος της οργάνωσης να ανέρχεται σε 2.955.804 ευρώ. Σε βάρος των μελών της σχηματίστηκε δικογραφία –κατά περίπτωση– για διεύθυνση και συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης, απάτες και απάτες με υπολογιστή μέσω παράνομης πρόσβασης σε ηλεκτρονικά τραπεζικά δεδομένα, παράνομη απόκτηση άυλων μέσων πληρωμής, πλαστογραφία, αντιποίηση, αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος, παράβαση της νομοθεσίας για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, περί εξαρτησιογόνων ουσιών και περί όπλων.
Τα τεχνάσματα που χρησιμοποιούσαν τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης
Μεταξύ των μελών της οργάνωσης δύο είχαν ηγετικά χαρακτηριστικά ορίζοντας την ταυτότητα της οργάνωσης, καθορίζοντας τη μεθοδολογία και έχοντας τον πλήρη έλεγχο της δράσης των υπόλοιπων μελών. Σύμφωνα με την Ελληνική Αστυνομία, η μεθοδολογία της εγκληματικής οργάνωσης στηριζόταν σε διαφορετικούς τρόπους δράσης κάθε φορά.
Ειδικότερα, οι κατηγορούμενοι χρησιμοποιούσαν κυρίως τρία τεχνάσματα για να εξαπατούν τα θύματά τους:
Το πρώτο τέχνασμα σχετίζεται με την ανάρτηση εικονικών αγγελιών σε διαδικτυακές πλατφόρμες. Οι αγγελίες αφορούσαν στην πώληση αυτοκινήτων και αγροτικών μηχανημάτων, σε πολύ χαμηλή και δελεάζουσα τιμή, για να προσελκύσουν το ενδιαφέρον πληθώρας υποψήφιων αγοραστών. Ακολούθως τα μέλη της οργάνωσης ζητούσαν προκαταβολή από τους ενδιαφερόμενους προκειμένου να έρθουν σε συμφωνία.
Η δεύτερη μέθοδος εξαπάτησης αφορούσε σε τηλεφωνικές κλήσεις, κατά τις οποίες τα μέλη της οργάνωσης προσποιούνταν τους υπαλλήλους δημοσίων φορέων και απευθύνονταν στα θύματά τους με πρόφαση ότι είναι δικαιούχοι κρατικής επιδότησης ή επιστροφής χρημάτων. Με το πρόσχημα να παραλάβουν τα χρήματα άμεσα, τα υποψήφια θύματα καθοδηγούνταν από τα μέλη της οργάνωσης σε ενέργειες για την απόσπαση των χρηματικών τους ποσών.
Η τρίτη μέθοδος αφορούσε πάλι τηλεφωνικές κλήσεις στις οποίες οι κατηγορούμενοι προσποιούνταν τους υπαλλήλους του συνεργαζόμενου λογιστικού γραφείου των υποψήφιων θυμάτων, οι οποίοι ήταν ιδιοκτήτες ή εργαζόμενοι περίπτερων και μίνι μάρκετ. Με πρόφαση ότι πρέπει να αναβαθμίσουν το σύστημα της ταμειακής μηχανής, έπειθαν τους τελευταίους να εκδίδουν προπληρωμένες κάρτες και να ανακοινώνουν στα μέλη της οργάνωσης τον κωδικό τους.
Όταν κάποιο θύμα κατέθετε ένα χρηματικό ποσό, αυτό μεταφερόταν άμεσα στον αρχικό λογαριασμό μέλους της οργάνωσης. Στη συνέχεια, τα χρήματα μεταφέρονταν σε άλλους λογαριασμούς. Επίσης, αρκετές φορές πραγματοποιούνταν άμεσες αγορές στο διαδίκτυο, «εξαργυρώνοντας» τα χρήματα σε προϊόντα αξίας για πιθανή μεταπώληση.
Η ανεύρεση των δικαιούχων τραπεζικών λογαριασμών γινόταν τόσο από ανώτερα όσο και από κατώτερα σε ιεραρχία μέλη της οργάνωσης, τα οποία αναζητούσαν άτομα που είχαν οικονομική ανάγκη (χρήστες ναρκωτικών ουσιών, άτομα εθισμένα στον τζόγο, επαίτες). Τα άτομα αυτά, λαμβάνοντας από 300 έως 500 ευρώ από την οργάνωση, παρέδιδαν τραπεζικά δεδομένα, κάρτες και την ταυτοποιημένη στην τράπεζά τους τηλεφωνική σύνδεση – συσκευή κινητής τηλεφωνίας στην οποία ελάμβαναν τους κωδικούς μιας χρήσης (OTPs) στα μέλη της οργάνωσης.
Ακολούθως, τους καθοδηγούσαν να δηλώσουν ψευδώς ότι εκλάπησαν, αφού ολοκληρώνονταν η απάτη και η ανάληψη χρημάτων.
Η οργάνωση δρούσε σαν μια καλά οργανωμένη επιχείρηση με τεράστια κέρδη, μέρος των οποίων νομιμοποιούνταν με παντός τύπου αγορές, όπως οχήματα μεγάλης ιπποδύναμης, ανέγερση κατοικιών, πολλαπλές αγορές κ.ά. και με σταθερή επιδίωξη την απόκτηση παράνομου περιουσιακού οφέλους, ενώ παράλληλα η αυτοτέλεια της οργάνωσης δεν επηρεαζόταν από τη φυσική υπόσταση των μελών.
Αν και ο παραπάνω τρόπος δράσης ήταν σχεδιασμένος για να μην αφήνει ίχνη, η διαρκής δράση της οργάνωσης ήταν επικεντρωμένη στην άμεση απορρόφηση των χρημάτων, προκειμένου να μην τα απολέσουν σε περίπτωση μπλοκαρίσματος του αρχικού λογαριασμού από την τράπεζα.
Τα «κέντρα» δράσης
Από το σύνολο της προανάκρισης διακριβώθηκε η διαρκής δράση της οργάνωσης από αρχές Οκτωβρίου του έτους 2022 χωρίς εδαφικό περιορισμό ανά την ελληνική επικράτεια. Η οργάνωση είχε ως «κέντρα» της την περιοχή οικισμών του Ζευγολατιού και των Εξαμιλίων Κορινθίας αλλά και το Άργος Αργολίδος, όπου είχαν στήσει τα αρχηγεία – τηλεφωνικά κέντρα τους.
Κομβικό ρόλο στη λειτουργία της οργάνωσης συνιστούσαν τα επιχειρησιακά κέντρα που αποτελούνταν από τα στρατολογημένα μέλη που ήταν επιφορτισμένα με την ανάληψη μετρητών από τα αυτόματα μηχανήματα συναλλαγών (ΑΤΜ), λαμβάνοντας μέτρα προστασίας (μάσκες, κουκούλες).
Η Σαλαμίνα αποτέλεσε επιχειρησιακό κέντρο του Ζευγολατιού και των Εξαμιλίων Κορινθίας, ένεκα της γεωγραφικής της ιδιαιτερότητας αλλά και μεγάλης στρατολόγησης μελών που πέτυχε η οργάνωση. Αντίστοιχα, η Αμαλιάδα και η Γαστούνη Ηλείας αποτέλεσαν επιχειρησιακό κέντρο του Άργους.
Μέρος των χρημάτων που λαμβάνονταν από τα ΑΤΜ, χρησιμοποιούνταν για την αμοιβή των στρατολογημένων προσώπων, ενώ ο κύριος όγκος των χρημάτων κατέληγε, είτε με αυτοπρόσωπη παράδοση είτε μέσω εταιρειών μεταφοράς χρημάτων, στους διευθύνοντες της οργάνωσης.
Προς εξυπηρέτηση και επίτευξη των εγκληματικών επιδιώξεών τους είχαν εφοδιασθεί με πλήθος τηλεφωνικών συνδέσεων «ghost phones» και τηλεφωνικών συσκευών, οι οποίες αντιστοιχούσαν πολλές φορές σε τηλεφωνικές συνδέσεις με αριθμούς κλήσης διαδοχικής σειράς και ήταν ονομαστικοποιημένες ως επί το πλείστον σε τρίτα πρόσωπα και συγκεκριμένα αλλοδαπούς.
Επιπλέον, κάποια μέλη της διακινούσαν ναρκωτικές ουσίες, δραστηριότητα ωφέλιμη για την ευρύτερη δράση της οργάνωσης, καθώς είχαν επαφές με χρήστες από τους οποίους σε πολλές περιπτώσεις στρατολογούσαν τα τραπεζικά στοιχεία τους.
Σημειώνεται πως τα συλληφθέντα μέλη οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών.
Για άρθρα που αναδημοσιεύονται και αναγράφεται η πηγή τους δεν φέρουμε καμμία ευθύνη, καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.