Το φιλήσυχο Σάουθ Μόλτον είναι μια μικρή πόλη στο Ντέβον της Αγγλίας.
Από τους περίπου 5.000 κατοίκους του, οι περισσότεροι ασχολούνται με την γεωργία και την κτηνοτροφία.
Εδώ και λίγες ημέρες ωστόσο διαπιστώνουν ιδίοις όμασι ότι, πέρα από τρόφιμα και εισόδημα, οι καλλιέργειες και τα ζώα που εκτρέφουν μπορούν να τους εξασφαλίσουν μέχρι και… ενεργειακή επάρκεια. Και δη, με καθαρές μεθόδους!
Για την ακρίβεια, η Σάουθ Μόλτον έγινε η πρώτη πόλη στη Βρετανία η οποία προμηθεύεται όλο το φυσικό αέριο και -προσώρας- περίπου το ήμισυ της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνει από ανανεώσιμες πηγές: εν προκειμένω βιοαέριο που παράγεται από την επεξεργασία γεωργικών αποβλήτων και περιττωμάτων από κοτόπουλα.
Οι εγκαταστάσεις για τη λεγόμενη «αναερόβια χώνευση» (AD) -μια διεργασία αποσύνθεσης οργανικής ύλης απουσία οξυγόνου- βρίσκεται στα περίχωρα της πόλης.
Οι πρώτες ύλες παρέχονται από ντόπιους αγρότες.
Το παραγόμενο βιοαέριο μετατρέπεται το εργοστάσιο σε ανανεώσιμη ενέργεια, η οποία διανέμεται απευθείας στα δίκτυα φυσικού αερίου και ηλεκτροδότησης.
Για τους κατοίκους της περιοχής η συγκυρία δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερη, εν μέσω της κλιμακούμενης ενεργειακής κρίσης…
Πηγή: ixoraenergy.co.uk
Μια λύση-πρότυπο;
«Υπάρχουν πολύ λίγες πόλεις στο Ηνωμένο Βασίλειο που μπορούν να ισχυριστούν ότι τροφοδοτούνται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και είναι κάτι για το οποίο μπορούμε όλοι να είμαστε περήφανοι», λέει η Σελέιν Σάξμπι, βουλευτής των Συντηρητικών που εκλέγεται στην περιφέρεια του Βόρειου Ντέβον.
«Κάνει επίσης το λίπασμα υποπροϊόν, το οποίο πηγαίνει πίσω στην τοπική γη όπου καλλιεργείται κυρίως καλαμπόκι, που με τη σειρά του παρέχει υλικό για την παραγωγή του βιοαερίου», επισημαίνει.
«Πρόκειται για μια πραγματικά κυκλική μορφή τοπικής, βιώσιμης παραγωγής ενέργειας».
Οι υπεύθυνοι των εγκαταστάσεων της Condate Biogas, όπου απασχολούνται ντόπιοι, σχεδιάζουν τώρα την αύξηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με «αναερόβια χώνευση» στο Σάουθ Μόλτον, καθώς και την επέκταση της κάλυψης με φυσικό αέριο και στα περίχωρα της πόλης.
Το μοντέλο, λένε, θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε ευρύτερη κλίμακα, στο πλαίσιο των προσπαθειών για απεξάρτηση της οικονομίας από τα ορυκτά καύσιμα και για την επίτευξη των εθνικών στόχων περί κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050.
«Πιστεύουμε ότι η τοπικά παραγόμενη ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές αποτελεί “κλειδί” για την επίλυση των τρεχουσών ενεργειακών κρίσεων στο Ηνωμένο Βασίλειο», λέει ο διευθύνων σύμβουλος Ντάρεν Στόκλι.
Προτερήματα και ενστάσεις
Με τις τιμές ενέργειας στα ύψη και πολλά νοικοκυριά πια σε απόγνωση από την καλπάζουσα ακρίβεια, η βρετανική κυβέρνηση υποσχέθηκε να ενισχύσει την εγχώρια παραγωγή ενέργειας με κάθε μέσο.
Και με ανανεώσιμες πηγές, αλλά και με ορυκτά καύσιμα. Παράλληλα εξετάζεται μέχρι και η άρση του μορατόριουμ στο εξαιρετικά αμφιλεγόμενο fracking ή αλλιώς υδραυλική ρωγμάτωση για την εξόρυξη φυσικού αερίου.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, εν τω μεταξύ, η παραγωγή βιοαερίου αποτελεί μια αναπτυσσόμενη -αν και περιορισμένης ακόμη έκτασης- βιομηχανία παραγωγής καθαρής ενέργειας.
Μόνο από τις κοπριές των εκατομμυρίων βοοειδών ανά την αμερικανικά επικράτεια εκτιμάται ότι μπορούν να παράγονται 100 δισεκατομμύρια κιλοβατώρες ηλεκτρικής ενέργειας, αρκετές για την ηλεκτροδότηση εκατομμυρίων νοικοκυριών.
Σε μεγαλουπόλεις, όπως στη Νέα Υόρκη, ο σχεδιασμός περιλαμβάνει την επεξεργασία ακόμη και βοθρολυμάτων.
Ως προς την ευρείας κλίμακας χρήση βιοαερίου, ωστόσο, επιστήμονες εκφράζουν επιφυλάξεις.
Αφορούν στις εκπομπές μεθανίου: τον δεύτερο μεγαλύτερο παράγοντα για την κλιματική αλλαγή μετά το διοξείδιο του άνθρακα (CO2), αλλά και το πιο ισχυρό αέριο για το φαινομένου του θερμοκηπίου, καθώς έχει μεν μικρότερη διάρκεια ζωής από το CO2, αλλά πολύ μεγαλύτερη επίδραση στην άνοδο της μέσης θερμοκρασίας στον πλανήτη.
Έρευνα του Imperial College του Λονδίνου κατέδειξε πέρυσι ότι το 3,8% των εκπομπών μεθανίου στο Ηνωμένο Βασίλειο προέρχονταν από 10 μονάδες παραγωγής βιοαερίου.
Χωρίς αυστηρή επόπτευση και σαφείς κανόνες, προειδοποίησαν οι ερευνητές, αυτές οι εκπομπές αυτές θα μπορούσαν να εκτροχιάσουν τον εθνικό στόχο για κλιματική ουδετερότητα σε λιγότερο από τριάντα χρονια.