Στις 18 Σεπτεμβρίου του 1970 πεθαίνει στο Λονδίνο ο Τζίμι Χέντριξ. Στις 4 Οκτωβρίου του 1970 πεθαίνει στην Καλιφόρνια η Τζάνις Τζόπλιν. Μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα δυο σπουδαία κεφάλαια της παγκόσμιας μουσικής σκηνής κλείνουν οριστικά.
Ο θάνατος τους σοκάρει τους πάντες. Εκτός από μερικούς που έχουν συμβιβαστεί απόλυτα με την ιδέα του θανάτου. Εκείνους που είναι έτοιμοι να κάνουν το ίδιο δρομολόγιο. Που ίσως και να το επέλεξαν.
Λίγους μήνες μετά, ένας από αυτούς, ο Τζίμ Μόρισον, είναι μαζί με κάποιους φίλους τους σε ένα μπαρ και επιδίδεται στο αγαπημένο του «άθλημα». Καταναλώνει τεράστιες ποσότητες αλκοόλ. Τέτοιες που θα είχαν στείλει στην εντατική τους περισσότερους. Κάποια στιγμή, ο Μόρισον σηκώνει το ποτήρι του και λέει στους υπόλοιπους της παρέας: «Κύριοι, αυτή τη στιγμή πίνετε με τον επόμενο μακαρίτη»! Μερικούς μήνες μετά ο Μόρισον αφήνει την τελευταία του πνοή στο Παρίσι.
Προφανώς και δεν πρόκειται για κάποια προφητεία ή για κάτι μεταφυσικό. Απλά ο Μόρισον ήξερε πως το τέλος του πλησίαζε. Το ένιωθε. Και σε ένα μεγάλο βαθμό το επεδίωξε.
Ο σκοτεινός ποιητής των Doors, θάφτηκε στην πόλη του φωτός. Στο Παρίσι. Ο τάφος του είναι από τότε τόπος προσκυνήματος. Ένας τάφος στον οποίο δεσπόζει μια ελληνική επιγραφή…
Ο μυστηριώδης θάνατος και οι θεωρίες συνωμοσίας
Ο Τζιμ Μόρισον μέσα στα λιγοστά χρόνια που έζησε κατάφερε και έφτιαξε έναν μουσικό θρύλο και έναν προσωπικό μύθο. Έζησε τη ζωή του στα κόκκινα και χάρισε στον κόσμο της μουσικής αλλά και της ποίησης μερικές σπουδαίες δημιουργίες. Ταυτόχρονα, ωστόσο, ήταν και ένας άνθρωπος παραδομένος στις αδυναμίες και τα πάθη του.
Ο θάνατος του Μόρισον αν και απόλυτα αναμενόμενος, συγκλόνισε τους πάντες. Όλοι το περίμεναν αλλά όλοι σοκαρίστηκαν μόλις έμαθαν τη δυσάρεστη είδηση. Ο Μόρισον ήταν ένα φαινόμενο και οι θαυμαστές του τον αντιμετώπιζαν ως τέτοιο.
Ένα φαινόμενο, λοιπόν, δεν μπορεί να πεθάνει, έτσι απλά. Κάπως έτσι δημιουργήθηκε ο μύθος του μυστηριώδη θανάτου γύρω από τον οποίο αναπτύχθηκαν πολλές θεωρίες συνωμοσίες μία εκ των οποίων είναι και η πλέον συνηθισμένη. «Ο Μόρισον ποτέ δεν πέθανε. Σκηνοθέτησε το θάνατό του για να αποτραβηχτεί και να ζήσει μια ήρεμη ζωή». Θεωρία τραβηγμένη από τα μαλλιά δεδομένου πως ο Μόρισον φλέρταρε με το θάνατο διαρκώς.
Έχουν ειπωθεί πολλά και έχουν γραφτεί ακόμα περισσότερα για το φευγιό του τραγουδιστή των Doors. Λένε πως στο Παρίσι έπεσε σε βαριά κατάθλιψη επειδή δεν μπορούσε να βρει την έμπνευση που ζητούσε για να συνεχίσει να γράφει τα ποιήματά του. Και αυτό του στοίχισε. Και βυθίστηκε ακόμα περισσότερο στις καταχρήσεις.
Η επίσημη αιτία θανάτου είναι η καρδιακή προσβολή. Νεκροψία δεν έγινε ποτέ στο πτώμα, καθώς δεν υπήρξαν ενδείξεις εγκληματικής ενέργειας.
Ο μεγάλος έρωτας του τραγουδιστή των Doors, η Πάμελα Κουρσόν, δεν θυμόταν το όνομα του γιατρού (ο οποίος κλήθηκε στο σπίτι 72 ώρες αργότερα) που επιβεβαίωσε το θάνατο του Μόρισον. Η υπογραφή του στο πιστοποιητικό θανάτου είναι τόσο μπερδεμένη που κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει σε ποιον άνηκε.
Η πιο «αγαπημένη» από τις θεωρίες συνωμοσίας έχει να κάνει με το ναρκωτικό που τον σκότωσε. Η Κουρσόν, βυθισμένη και αυτή στα ναρκωτικά, έλεγε πως βρήκε τον Μόρισον στην μπανιέρα του σπιτιού. Είχε κάνει χρήση ηρωίνης (την οποία σιχαινόταν) από τη μύτη επειδή την μπέρδεψε με την (αγαπημένη του) κοκαΐνη. Μπέρδεψε μια καφέ με μια άσπρη σκόνη; Μοιάζει με λάθος πρωτάρη και ο Μόρισον μόνο τέτοιος δεν ήταν.
Λένε πως ο Μόρισον πέθανε στην τουαλέτα γνωστού Παρισινού κλαμπ, όπου βρισκόταν και μια άλλη μορφή της ροκ, τη Μαριάν Φέιθφουλ, έχοντας περάσει μια ακόμα νύχτα οργίων και καταχρήσεων και μεταφέρθηκε νεκρός στο σπίτι του. Δεν αποδείχθηκε ποτέ.
Λένε ότι ο θάνατος οφείλεται σε εγκληματική ενέργεια και αυτό το… επιβεβαιώνει και ο θάνατος, δύο χρόνια μετά, της Κουρσόν, επίσης από ηρωίνη. Κάποιοι ήθελαν να της κλείσουν το στόμα.
Λένε πως όταν ο μάνατζερ του συγκροτήματος έφτασε στο Παρίσι για την κηδεία δεν τον άφησαν να δει το πτώμα και το φέρετρο έμεινε σφραγισμένο. Όταν επέστρεψε στην Αμερική ο εξοργισμένος Ρέι Μανζέρεκ τον ρώτησε: «Αφού δεν τον είδες πώς είσαι τόσο σίγουρος ότι ήταν πράγματι μέσα στο φέρετρο»;
«Κατά τον δαίμονα εαυτού»
Την ημέρα που ο Μόρισον άφηνε την τελευταία του πνοή ήταν μόλις 27 χρόνων. Ετάφη με διαδικασίες… εξπρές στο νεκροταφείο «Pere Lachaise» του Παρισίου. Ο τάφος του γρήγορα μετατράπηκε σε τόπο προσκυνήματος για τους θαυμαστές του από κάθε γωνιά του πλανήτη. Σήμερα θεωρείται ως ένα από τα πλέον δημοφιλή τουριστικά αξιοθέατα του Παρισιού. Είναι ενδεικτικό πως έχει καταγραφεί ως το τέταρτο πιο δημοφιλές στη σειρά, μετά τον πύργο του Αϊφελ, την Παναγία των Παρισίων και το Λούβρο!
Πάνω στον τάφο του, δεσπόζει μια ελληνική επιγραφή: «Κατά τον δαίμονα εαυτού». Η συγκεκριμένη φράση παραπέμπει στους Στωικούς φιλοσόφους.
Στην αρχαία Ελλάδα πίστευαν πως μέσα στο ανθρώπινο σώμα κατοικούν δαίμονες. Όχι με την χριστιανική έννοια του όρου. Ήταν θεότητες που καθόριζαν τις πράξεις και τον χαρακτήρα μας. Ο δαίμονας εαυτού ήταν αυτό που σήμερα ονομάζουμε συνείδηση.
Με έναν πολύ πρόχειρο τρόπο, λοιπόν, κάποιος θα μπορούσε να «μεταφράσει» τη συγκεκριμένη έκφραση ως πράττω κατά συνείδηση ή πράττω με βάση αυτά που η συνείδηση μου επιτάσσει πέρα και έξω από τους κανόνες της κοινωνίας.
Μια φράση, που ταιριάζει απόλυτα στον Μόρισον. Θα μπορούσε, λοιπόν, να είχε ζητήσει ο ίδιος να μπει στον τάφο του. Ο τρόπος με τον οποίο, ωστόσο, πέθανε ο Μόρισον και κυρίως η ταχύτητα με την οποία έγινε η ταφή δείχνουν πως τίποτα δεν θα μπορούσε να είχε προετοιμαστεί.
Το θέμα, ωστόσο, είναι πως ο πιο κοντινός άνθρωπος του Μόρισον ήταν η Κουρσόν η οποία εξαιτίας των καταχρήσεων δεν θα ήταν σε θέση να οργανώσει ή να ζητήσει κάτι τέτοιο. Και πέρα από αυτά η Κουρσόν, όπως ήδη έχει αναφερθεί, πέθανε δυο χρόνια αργότερα ενώ η περιγραφή μπήκε πολλά χρόνια μετά.
Για την ακρίβεια τα πρώτα χρόνια από το θάνατο του Μόρισον ο τάφος του είχε μόνο μια αψίδα από πάνω ενώ ακόμα και το όνομα του είχε γραφτεί λάθος. Αντί για James Douglas Morrison είχε γραφτεί Douglas James Morrison. Λάθος που ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τις θεωρίες συνωμοσίας.
Το 1990 ο πατέρας του Μόρισον, παρασημοφορημένος ναύαρχος του πολεμικού ναυτικού των ΗΠΑ, αποφάσισε να τοποθετήσει μια επιγραφή στον τάφο του γιου του. Οι δυο τους δεν τα πήγαιναν καθόλου καλά, είχαν διαρκώς κόντρες και δεν μιλούσαν για μεγάλα διαστήματα ο ένας στον άλλο. Δεν ήταν τυχαίο, άλλωστε, πως ο Μόρισον ισχυριζόταν ακόμα και σε συνεντεύξεις του πως ο πατέρας του είχε πεθάνει!
Ο ναύαρχος ήταν αυτός που κίνησε τις διαδικασίες για να φτιαχτεί ο τάφος. Επέλεξε μια επιγραφή που θα ήταν ουδέτερη και δεν θα αποθέωνε τον τρόπο ζωής του γιου του αλλά ούτε και θα τον κατέκρινε. Συμβουλεύτηκε μια καθηγήτρια Κλασικών και Ανθρωπιστικών Επιστημών του πανεπιστημίου του Σαν Ντιέγκο και έπειτα από σχετικές διαβουλεύσεις κατέληξαν στο «Κατά τον δαίμονα εαυτού» το οποίο εγχάραξε σε μια χάλκινη πλάκα με το σωστό όνομα αυτή τη φορά…