Με τον υφυπουργό Οικονομικών, Απόστολο Βεσυρόπουλο, να αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο για νέες παρεμβάσεις και την αντιπολίτευση να εκφράζει επιφυλάξεις ως προς την αποτελεσματικότητα του και να τονίζει την ανάγκη βελτιωτικών αλλαγών ολοκληρώθηκε στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, η πρώτη συζήτηση του νομοσχεδίου με ρυθμίσεις για την εξαγορά κατεχομένων ακινήτων της περιουσίας του Δημοσίου και την απαλλαγή από τον ΕΝΦΙΑ περιοχών που έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές.
Η συζήτηση του νομοσχεδίου θα συνεχιστεί αύριο το πρωί με αρμόδιους εξωκοινοβουλευτικούς φορείς και αμέσως η συζήτηση θα γίνει μετά επί των άρθρων.
«Με το νομοσχέδιο αυτό, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη δίνει οριστική λύση σε ένα υπαρκτό, κοινωνικό πρόβλημα που έρχεται από το παρελθόν και αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς των κατεχομένων δημοσίων και ανταλλάξιμων ακινήτων που διαχειρίζεται το υπουργείο Οικονομικών», τόνισε ο υφυπουργός Οικονομικών.
Όπως διευκρίνισε, «το υπουργείο Οικονομικών εκτός από την περιουσία σε αιγιαλό και παραλία, έχει και ιδιωτική περιουσία, μεγάλο μέρος της οποίας είναι δημόσια κτήματα και ανταλλάξιμα κτήματα και σε αυτές τις κατηγορίες ακινήτων παρεμβαίνει το νομοσχέδιο».
«Αρκετοί πολίτες κατέχουν ακίνητα του δημοσίου για πολλά έτη τα οποία είτε κατόπιν υπόδειξης του ελληνικού κράτους εγκαταστάθηκαν σε αυτά χωρίς ωστόσο να έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες παραχώρησης τους, με αποτέλεσμα να μην έχουν τίτλους, τα λεγόμενα ανταλλάξιμα, είτε θα κατείχαν κυρίως ως προέκταση των ιδιοκτησιών τους τα λεγόμενα κατεχόμενα χωρίς να καλύπτονται από κάποιο νόμιμο τίτλο ιδιοκτησίας.
Το πρόβλημα αυτό υπήρχε, αλλά αναδείχθηκε στις πραγματικές του διαστάσεις μέσα από την εφαρμογή του Εθνικού Κτηματολογίου. Από την τελευταία καταγραφή που έγινε από το υπουργείο Οικονομικών, προέκυψε ότι τα καταγεγραμμένα δημόσια ανταλλάξιμα κτήματα που έχουν καταπατηθεί είναι περίπου 20.000 σε σύνολο 40.510 περίπου καταγεγραμμένων δημοσίων κτημάτων», σημείωσε ο κ. Βεσυρόπουλος.
Παράλληλα επεσήμανε ότι «στόχος της κυβέρνησης ήταν να προχωρήσει σε μία συνολική παρέμβαση για να δοθεί οριστική λύση στο πρόβλημα, με όρους δημοσίου συμφέροντος». «Με τα άρθρα 1-15 δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να υπάρξει μια ρεαλιστική και δίκαιη λύση για την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας, μέσω εκσυγχρονισμού του θεσμικού πλαισίου διαδικασίας εξαγοράς των εν λόγω ακινήτων, από πρόσωπα που θα τα κατέχουν σύμφωνα με τις προϋποθέσεις.
Η διαδικασία παραχώρησης των κατεχόμενων ακινήτων θα είναι πλήρως ψηφιοποιημένη, διαφανής, με σαφή και αντικειμενικά κριτήρια αλλά και δικλείδες ασφαλείας.
Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η άμεση και αποτελεσματική υλοποίηση της διαδικασίας εξαγοράς με το λιγότερο δυνατό διοικητικό κόστος και με την κατά το δυνατόν ταχύτερη διεκπεραίωση των σχετικών αιτήσεων εξαγοράς προς όφελος των πολιτών», ανέφερε ο κ. Βεσυρόπουλος και πρόσθεσε «παράλληλα μεριμνήσαμε ώστε να δοθεί άμεση λύση στις περιπτώσεις κατά τις οποίες υφίσταται κακοδικία μεταξύ του αιτούντος για την εξαγορά του ακινήτου και του δημοσίου πριν την έναρξη της ισχύος του νόμου, δίνοντας τη δυνατότητα σε αυτόν να εξαγοράσει το δημόσιο ακίνητο με αντάλλαγμα ίσο με το 50% της αντικειμενικής αξίας του αν έχει δικαιωθεί πρωτοβάθμια».
Σύμφωνα με τον κ. Βεσυρόπουλο, τα οφέλη από την νομοθετική παρέμβαση, είναι προφανή και περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων:
– Την επίλυση ενός χρόνιου προβλήματος λόγω του νομικού καθεστώτος των μακροχρόνιων κατοχών που δημιουργούσε έντονες κοινωνικές αντιδράσεις.
– Την εκκαθάριση του περιουσιολογίου του δημοσίου με παράλληλη δυνατότητα αξιοποίησης, με όρους δημοσίου συμφέροντος, των ελεύθερων ακινήτων του.
– Την απαλλαγή της πολιτείας και των δικαστικών αρχών από σημαντικό αριθμό γραφειοκρατικών διαδικασιών χωρίς επωφελές αποτέλεσμα για το ελληνικό δημόσιο.
– Την ικανοποίηση αιτημάτων θεσμικών φορέων από όλες τις περιοχές της Ελλάδος.
«Η διαδικασία παραχώρησης με ανταλλάγματα, γίνεται με όλες τις απαραίτητες δικλείδες ασφαλείας, όλες τις νόμιμες διαδικασίες για την προστασία και ασφάλεια του δημοσίου συμφέροντος και με βάσει τις ισχύουσες διατάξεις της περιβαλλοντικής και πολεοδομικής νομοθεσίας», τόνισε.
Έμφαση έδωσε ο υφυπουργός Οικονομικών και στο δεύτερο μέρος του νομοσχεδίου, το οποίο προβλέπει την απαλλαγή από τον ΕΝΦΙΑ των ιδιοκτητών ακινήτων σε περιοχές που έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές. Κλείνοντας, ο κ. Βεσυρόπουλος, επανέλαβε ότι «με το νομοσχέδιο αυτό η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη δίνει οριστική λύση σε ένα μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς και παράλληλα προχωρά σε σημαντικές φοροελαφρύνσεις», καλώντας όλα τα κόμματα, «να λειτουργήσουν εποικοδομητικά και με όρους ευθύνης και να το υπερψηφίσουν».
Από την πλευρά του, ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Βασίλης Κόκκαλης, αναγνώρισε ότι το πρόβλημα του ιδιοκτησιακού καθεστώς ακινήτων του υπουργείου Οικονομικών είναι πολυετές, σημειώνοντας ότι έγιναν κατά καιρούς προσπάθειες για να λυθεί, δυστυχώς όμως, όπως είπε ήταν ημιτελής, ενώ υποστήριξε ότι «η σημερινή νομοθετική πρωτοβουλία είναι μια καθαρά αποσπασματική κίνηση».
«Το ζητούμενο είναι ότι δεν επιλύεται για όλους τους συμπολίτες μας», υποστήριξε, σημειώνοντας ότι «δεν έχουν καταρχήν ολοκληρωθεί τα ατομικά πολεοδομικά σχέδια, δεν έγινε καθορισμός του αιγιαλού και της παραλίας και δεν έχει προχωρήσει η Κτηματική Υπηρεσία στην ολοκλήρωση των καταγραφών για όλα τα αυθαίρετα».
Υποστήριξε δε, ότι «περιορίζεται το εύρος των δικαιούχων» ενώ τόνισε ότι «υπάρχει μεγάλη αδικία σε ότι αφορά τις εκκρεμείς αιτήσεις εξαγοράς».
Όπως είπε, «χιλιάδες κάτοχοι ακινήτων κλήθηκαν από τη διοίκηση, υπέβαλαν αιτήσεις με αίτημα την εξαγορά εκτάσεων τις οποίες κατείχαν, καταθέτοντας όλα τα απαραίτητα νόμιμα δικαιολογητικά στην αρμόδια κτηματική υπηρεσία, όμως η διαδικασία εξαγοράς διεκόπη με υπαιτιότητα της διοίκησης και είναι σε αναστολή μέχρι την ολοκλήρωση της ειδικής χωροταξικής διαχειριστικής μελέτης από το υπουργείο Περιβάλλοντος».
«Η ρύθμιση λέει ότι οι εκκρεμείς αιτήσεις εξαγοράς τίθενται στο αρχείο παραβιάζοντας την αρχή της ισότητας καθώς κάποιοι άλλοι είχαν ήδη λάβει τίτλους ιδιοκτησίας, με την ίδια διαδικασία. Όσοι δεν πρόλαβαν λόγω γραφειοκρατικών ζητημάτων σήμερα τους λέει η κυβέρνηση ξανά πάλι από την αρχή», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ταυτόχρονα, ο κ. Κόκκαλης κατέθεσε συγκεκριμένη πρόταση του κόμματος του έτσι ώστε, με μεταβατική διάταξη οι αιτήσεις αυτές θα διατηρούν την ισχύ τους και θα εξετάζονται από τη νέα συσταθείσα επιτροπή.
Ο ειδικός αγορητής του ΠΑΣΟΚ, Γιώργος Αρβανιτίδης, εξέφρασε επιφυλάξεις «ως προς τους στόχους του νομοσχεδίου να λύσει συνολικά και οριστικά το διαχρονικό μείζον πρόβλημα με την κατοχή ιδιοκτησίας ακινήτων του δημοσίου».
Παράλληλα, επεσήμανε ότι «δεν υπάρχει σαφής εικόνα στις συνοδευτικές εκθέσεις του νομοσχεδίου ούτε για τον συνολικό αριθμό των ακινήτων που είναι σε εκκρεμότητα αλλά ούτε και εκτίμηση του γενικού λογιστηρίου για τα έσοδα του δημοσίου και το ύψος της περιουσίας που αφορούν οι ρυθμίσεις».
«Είναι άκρως προβληματική η εξαίρεση όσων ακινήτων έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρίας Ακινήτων του Δημοσίου και έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία καταγραφής ή καταχώρησης», σημείωσε. «Καλούμαστε να βρούμε θαρραλέες λύσεις, τεχνοκρατικά ορθές, που θα υπερβαίνουν όλα αυτά τα εμπόδια αλλά δυστυχώς, μετά από 20χρόνια το παρελθόν είναι εδώ. Το νομοσχέδιο έχει σημαντικές αγκυλώσεις και νομοτεχνικές αστοχίες που περιορίζουν κατά πολύ το πεδίο εφαρμογής του», τόνισε ο κ. Αρβανιτίδης.
Χαρακτήρισε ως «μείζον το ζήτημα της ειδικής κατοχής», τονίζοντας ότι «έτσι όπως είναι διατυπωμένος ο όρος για την έννοια της φυσικής κατοχής, είναι βέβαιον ότι δεν θα επέλθει καμία οριστική διευθέτηση αλλά μόνο προβλήματα θα δημιουργήσει διαιωνίζοντας και πολλαπλασιάζοντας τα».
Ο κ. Αρβανιτίδης υποστήριξε ακόμα ότι «το νομοσχέδιο εξαιρεί μεγάλη μερίδα πολιτών» ενώ επεσήμανε ότι «στη συντριπτική πλειοψηφία τους είναι αυθαίρετα τα κτίσματα ευάλωτων ομάδων και θα έπρεπε η διαδικασία εξαγοράς να ενταχθεί εντός της διαδικασίας που είναι σε εξέλιξη για την ολοκλήρωση του πολεοδομικού σχεδιασμού». «Το νομοσχέδιο χρίζει ακόμα βελτιωτικών αλλαγών για να δώσει οριστική λύση στο πρόβλημα», κατέληξε.
Ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Γιάννης Δελλής, δήλωσε ότι το κόμμα του είναι αρνητικό στο νομοσχέδιο στο οποίο «η χρήση γης καθορίζεται με κριτήριο την εξυπηρέτηση των επενδυτικών επιδιώξεων των επιχειρηματικών ομίλων».
«Προκειμένου να υλοποιηθούν οι σχεδιασμοί πρέπει να “απελευθερωθούν” εκτός των άλλων και κρατικά ακίνητα τα οποία αποτελούν και αυτά εμπόρευμα εσόδων για το κράτος ώστε να χρησιμοποιηθούν υπέρ των ίδιων μεγάλων ομίλων.
Προφανής στόχος του είναι η πλήρης εναρμόνιση της χωρικής γης με τις ανάγκες του κεφαλαίου», ανέφερε ο κ. Δελλής και συμπλήρωσε «το συγκεκριμένο νομοσχέδιο θα μπορούσε κανείς να πει ότι αποτελεί μια μακρινή μνημονιακή δέσμευση από το 2011, σε σχέση με την αξιοποίηση από το Υπερταμείο, της ιδιωτικής περιουσίας του δημοσίου. Όσα επιλέχθηκαν από αυτό ως αξιοποιήσιμα προκρίθηκαν και αποτέλεσαν το χαρτοφυλάκιο του. Πέραν από την αύξηση των εσόδων του ταμείου του υπουργείου Οικονομικών, βλέπουμε ότι το 50% των εξαγορών θα διατεθεί και στην Εταιρεία Ακινήτου του Δημοσίου για τις υπηρεσίες που θα παράσχει, βασικός σκοπός της οποίας είναι η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας».
Ο κ. Δελλής τόνισε ότι «το νομοσχέδιο, βάζει ως απαραίτητη προϋπόθεση τη ρύθμιση αυθαίρετων κτισμάτων δηλαδή φέρνει επιπλέον βάρη στους ιδιοκτήτες». «Αφορά κυρίως περιπτώσεις μικρών ιδιοκτητών που βρέθηκαν λόγω της ανέχειας τους να καταπατήσουν ένα κομμάτι γης οι οποίοι καλούνται να τα εξαγοράσουν μετά από 30 και 40 χρόνια με τις σημερινές αντικειμενικές αξίες. Ειδικά για αγρότες θα αποτελέσει πολύ μεγάλο πλήγμα. Τα ακίνητα τα οποία έχουν φθάσει σήμερα να έχουν τέτοιου είδους εκκρεμότητες, καταπατήσεις δημοσίων ακινήτων, εκτιμάται ότι κυμαίνονται από 70.000 ως 90.000», τόνισε ο κ. Δελλής.
Όπως είπε, «οι ρυθμίσεις έρχονται να επιλύσουν και θέματα άμεσης εκποίησης της δημόσιας γης σε επιχειρήσεις οι οποίες δραστηριοποιούνται και έχουν καταπατήσει μεγάλες δημόσιες εκτάσεις προς όφελος τους με τη δυνατότητα απόκτησης τίτλων». «Για το ΚΚΕ η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας πρέπει να κινείται σε άλλο δρόμο προς όφελος του λαού με κίνητρο όχι το καπιταλιστικό κέρδος αλλά τη διευρυνόμενη ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Για το πρώτο μέρος του νομοσχεδίου που αφορά την εξαγορά κατεχομένων δημόσιων ακινήτων είμαστε αρνητικοί για τις υπόλοιπες διατάξεις επιφυλασσόμαστε», κατέληξε ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ.
Ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης, Βασίλης Βιλιάρδος, υποστήριξε ότι «το νομοσχέδιο αποτελεί μια ακόμα εξοργιστική νομοθετική μνημονιακή τοποθέτηση ξεπουλήματος».
Όπως είπε, «σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση επιδιώκεται η επίλυση ενός διαχρονικού κοινωνικού προβλήματος που αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς των κατεχομένων ακινήτων του υπουργείου Οικονομικών». «Στην ουσία η κυβέρνηση νομοθετεί για να παραδώσει πάγια της χώρας μας χωρίς να υπάρχει καν μητρώο των παγίων του δημοσίου, ενώ ούτε η ΕΤΑ έχει καταγράψει τα πάγια της, τα οποία της μεταφέρθηκαν χωρίς αποτίμηση. Με απλά λόγια δεν γνωρίζουμε ως χώρα τα περιουσιακά μας στοιχεία», είπε.
Υποστήριξε ακόμα ότι «δεν υπάρχει καμία ουσιαστική κοστολόγηση από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους» και χαρακτήρισε, «λάθος να νομοθετεί η κυβέρνηση όταν ακόμα δεν έχουν ολοκληρωθεί οι δασικοί χάρτες και το κτηματολόγιο». «Προφανώς το ζήτησε η τρόϊκα. Το νομοσχέδιο αναφέρεται στην Επιτροπή Εξαγοράς που ορίζεται από τον υπουργό Οικονομικών ενώ τα χρήματα οδηγούνται στο Υπερταμείο των ξένων. Αυτό είναι απαράδεκτο και μόνο για αυτό θα άξιζε κανείς να το καταψηφίσει ολόκληρο», τόνισε ο κ. Βιλιάρδος. Θετικό χαρακτήρισε τέλος, το δεύτερο μέρος του νομοσχεδίου που αφορά την απαλλαγή του ΕΝΦΙΑ σε περιοχές που έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές.
«Κανένας δεν έχει αυταπάτες ότι το νομοσχέδιο δεν αφορά πολίτες αλλά αφορά τα έσοδα και δαπάνες στο Υπερταμείο για τους δανειστές», υποστήριξε ο ειδικός αγορητής του ΜεΡΑ25, Κρίτων Αρσένης και συμπλήρωσε «να τονίσω ότι πάνω από 700.000 κατοικίες ετοιμάζονται να βγουν στο πλειστηριασμό. Υπάρχουν κατοικίες οι οποίες έχουν θέματα καταπατήσεων. Τι αφορά λοιπόν το νομοσχέδιο; Αφορά την επίλυση των χεριών των funds και των τραπεζών αναφορικά με αυτά τα ακίνητα, αφορά όλη τη δημόσια γη που έχει μεταφερθεί στο Υπερταμείο και είναι μπερδεμένη με καταπατήσεις και η κυβέρνηση θέλει να το ξεκαθαρίσει το θέμα για να τα ξεπουλήσει», είπε και πρόσθεσε «έχετε συμφωνήσει στην εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ. Αυτό αφορά αυτό το νομοσχέδιο. Εμείς δεν διαφωνούμε για τα ανταλλάξιμα ακίνητα σε αυτούς τους ανθρώπους, αλλά εδώ πέρα διαλύετε και κλείνετε το μάτι στους καταπατητές και νομιμοποιείτε τα χτίσματα που χτίζουν σε όλα τα βουνά. Το κάνετε για τους δανειστές και τις μαφίες των καταπατήσεων. Αφήνετε 10 ορθάνοιχτα παράθυρα που επιτρέπουν τη συνέχιση των καταπατήσεων». «Θα υπερψηφίσουμε τις ρυθμίσεις για την απαλλαγή του ΕΝΦΙΑ αλλά θα καταψηφίσουμε στο σύνολο του το νομοσχέδιο με τις ρουσφετολογικές φωτογραφικές και ψηφοθηρικές διατάξεις και ειδικά αυτές που αφορούν κυρίως φοροαπαλλαγές σε εταιρίες επενδύσεων», κατέληξε ο κ. Αρσένης.
Ο εισηγητής της ΝΔ Γιάννης Κεφαλογιάννης επεσήμανε ότι «επιδίωξη του νομοσχέδιο είναι το ελληνικό κράτος να πετύχει μέσω της αξιοποίησης της περιουσίας του δύο κεντρικούς στόχους:
– πρώτον: να την αναδιανήμει με κοινωνικά δίκαιο τρόπο και να δημιουργήσει εκ του μηδενός μία τάξη μικρών ιδιοκτητών γης και
– δεύτερον: να εξασφαλίσει επ΄ωφελεία του δημοσίου, σημαντικά δημόσια έσοδα.
Ενδεικτικό όπως είπε του διαχρονικού αυτού προβλήματος, «είναι ότι μέχρι σήμερα, εν έτει 2023, ιδιοκτήτες στη περιοχή της Αττικής καλούνται να αποδείξουν τη κυριότητα των ακινήτων τους προσκομίζοντας τίτλους από την εποχή της βασιλείας του Όθωνα». «Πως μπορούμε να συζητάμε για αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, την μετατροπή της σε πολλαπλασιαστή ανάπτυξης, όταν σε σύνολο 97.029 καταγεγραμμένων δημοσίων και ανταλλάξιμων κτημάτων έχουν καταπατηθεί τα 89.928, ποσοστό δηλαδή 92%» τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Κεφαλογιάννης.
«Αυτόν τον κοινωνικό και αποκαταστατικό χαρακτήρα των προσώπων που διατηρούν στα ακίνητα την κατοικία τους ή την επιχειρηματική τους δραστηριότητα έρχεται το σημερινό νομοσχέδιο να αποκαταστήσει χωρίς να αμελείται ο δημόσιος σκοπός αξιοποίησης επωφελεία του δημοσίου της δημόσιας ακίνητης περιουσίας. Η εκκρεμότητα των κατεχομένων ακινήτων του δημοσίου και η αδυναμία του ελληνικού κράτους να επιλύσει τόσα χρόνια το ζήτημα αυτό δεν περιποιεί τιμή για κανένα», κατέληξε.
Να σημειωθεί ότι οι βουλευτές της ΝΔ, Μανώλης Κόνσολας, Διονύσης Σταμενίτης, Χρήστος Κέλας, Θόδωρος Καράογλου, Αθανάσιος Καββαθάς και Διονύσης Ακτύπης τόνισαν την ανάγκη βελτιωτικών αλλαγών όπως η παράταση της ισχύος των εκκρεμών αιτήσεων εξαγοράς.