Εάν η εικόνα που έχει κανείς για κάποιον τροπικό παράδεισο είναι η ακτογραμμή του νοτιοδυτικού Τρινιντάντ, στην Καραϊβική, όπως αποτυπώνεται σε τουριστικούς οδηγούς και ταξιδιωτικές ιστοσελίδες, δεν θα απογοητευτεί. Χρυσές παραλίες και ψαράδες που χαλαρώνουν κάτω από φοίνικες είναι ένα από τα χαρακτηριστικά του. Αλλά η εικόνα γαλήνης, στην οποία παραπέμπει το σκηνικό αυτό, δεν είναι εντελώς ακριβής.

Καθώς η οικονομία της Βενεζουέλας καταρρέει, κύμα ανομίας επεκτείνεται στο απέναντι νησί, στο Τρινιντάντ, δηλαδή, κάνοντας τους ψαράδες να ζουν με τον φόβο των πειρατών και των λαθρεμπόρων. Όπλα και ναρκωτικά ανταλλάσσονται με τα βασικά αγαθά, που δεν είναι σε επάρκεια στη χώρα.

Αν κοιτάξει κανείς χωριά όπως το Fullarton, θα παρατηρήσει κάποια πράγματα που μοιάζουν να μην ταιριάζουν στο σκηνικό. Για παράδειγμα, γιατί τόσοι ψαράδες να έχουν μηχανές ισχύος 200 ίππων, ενώ τους φτάνουν μια χαρά μηχανές 75 ίππων; Και γιατί, όταν βγαίνουν για ψάρεμα, κανείς τους δεν ανάβει τα φώτα στα σκάφη τους.

Η απάντηση είναι απλή αλλά μάλλον αναπάντεχη για την εποχή μας. Ο λόγος που συμβαίνουν όλα αυτά είναι οι πειρατές, όπως λέει στο BBC ο ψαράς Gerry Padarath.

«Τους φοβόμαστε όλοι» αφηγείται. «Τουλάχιστον πενήντα ψαράδες από το χωριό συναντήθηκαν μαζί τους στη θάλασσα και έπεσαν θύματα είτε ληστείας είτε απαγωγής. Η μόνη μας ευκαιρία είναι να ψαρεύουμε στο σκοτάδι, ώστε να μη μας βλέπουν. Και να έχουμε δυνατές μηχανές στα σκάφη μας, για να μπορούμε να τους ξεφύγουμε αν μας δουν».

Πειρατές είπατε; Στην Καραϊβική; Τι έγινε; Άνοιξε κάποιος το χρονοντούλαπο και γύρισε το ημερολόγιο 300 χρόνια πίσω; Τότε που ο Μαυρογένης και ο Κάλικο Τζακ έπλεαν και κυριαρχούσαν στα νερά αυτά.

Η πραγματικότητα όμως για τους ντόπιους ψαράδες είναι διαφορετική από αυτή που θα περίμενε κανείς. Ο Gerry δείχνει προς τη θάλασσα, προς την απέναντι ακτογραμμή. Εκεί είναι η Βενεζουέλα, που στο κοντινότερο σημείο της απέχει μόλις 20 χιλιόμετρα από το Τρινιντάντ.

Σε πιο χαλαρούς καιρούς, τα σκάφη χρησιμοποιούνταν για να μεταφέρουν χαρωπούς Βενεζουελάνους τουρίστες σε πάρτι στο Τρινιντάντ. Σήμερα όμως, καθώς η Βενεζουέλα βυθίζεται ολοένα και περισσότερο στην κρίση, τα φτωχά κι απόμερα λιμάνια της έχουν μετατραπεί σε ορμητήρια πειρατών.

Οι περισσότεροι πειρατές είναι πρώην ψαράδες, οι οποίοι κάποτε βιοπορίζονταν ψαρεύοντας τόνο, χταπόδια και γαρίδες στα ζεστά νερά της Καραϊβικής. Αλλά, όπως γράφει το BBC, υπό τη διακυβέρνηση του πρώην προέδρου Ούγο Τσάβες, η βιομηχανία της αλιείας εντάχθηκε σε ένα καλοπροαίρετο αλλά τελικά εντελώς καταστροφικό πρόγραμμα εθνικοποίησης, που ώθησε τις εταιρείες σε μετεγκατάσταση στο εξωτερικό.

Αν προστεθεί και ο σαρωτικός υπερπληθωρισμός, πολλοί από τους ψαράδες δεν έχουν καμία άλλη δουλειά και κανέναν τρόπο να ζήσουν τις οικογένειές τους. Έχουν όμως πρόσβαση σε σκάφη και σε όπλα, που είναι πολύ εύκολα διαθέσιμα στους δρόμους της Βενεζουέλας, όπου κυριαρχεί η ανομία.

Η κατάσταση θυμίζει την πειρατική κρίση στη Σομαλία, που κλιμακώθηκε πριν από περίπου μία δεκαετία, με άνεργους ψαράδες να πιάνουν τα όπλα και να αρπάζουν διερχόμενα πλοία. Αλλά, ενώ οι Σομαλοί πειρατές έβαζαν στόχο φορτηγά με πολύτιμο φορτίο- ή πλήρωμα-, οι πειρατές της Καραϊβικής βάζουν στόχο άλλους ψαράδες, από το Τρινιντάντ, που δεν έχουν καλύτερο βιοτικό επίπεδο από τους ίδιους. Το αντίθετο.

Μεταξύ των θυμάτων τους ήταν και ο Candy Edwards. Είχε βγει για ψάρεμα με δύο φίλους του όταν ξαφνικά βρέθηκαν αντιμέτωποι με πειρατές που κράδαιναν πυροβόλα όπλα.

«Πήδηξαν στο σκάφος και μας έδεσαν» αφηγείται στο BBC. «Μας πήγαν στη Βενεζουέλα, όπου μας κράτησαν μέσα σε ένα κλουβί, στο δάσος. Απαίτησαν 35.000 δολάρια λύτρα για να μας αφήσουν. Η κοινότητα του Icacos – του χωριού τους- έκανε έρανο κι έτσι συγκεντρώθηκαν τα χρήματα και αφεθήκαμε ελεύθεροι έπειτα από επτά μέρες. Αλλά ήμουν τόσο φοβισμένος που δεν ήθελα να ξαναπάω στη θάλασσα για έναν ολόκληρο χρόνο».

Ιστορίες σαν κι αυτή δεν είναι σπάνιες, στη νοτιοδυτική ακτή του Τρινιντάντ. Αλλά δεν είναι μόνο οι απαγωγές και οι ληστείες που τρομάζουν τους ανθρώπους εδώ. Οι πειρατές είναι επίσης λαθρέμποροι, που μεταφέρουν στο νησί κοκαΐνη και όπλα, τροφοδοτώντας τις αιματηρές και βίαιες συμπλοκές μεταξύ των δικών του συμμοριών. Επιστρέφοντας παίρνουν μαζί τους πάνες, ρύζι, μαγειρικό λάδι κι άλλα βασικά αγαθά, που είναι σε έλλειψη στη Βενεζουέλα.

Η αλήθεια είναι πως το πρόβλημα των συμμοριών δεν είναι ακριβώς καινούριο, καθώς καταγράφεται εδώ και περίπου δύο δεκαετίες. Αν όμως δεν περιπλανηθεί κανείς στις παραγκουπόλεις της πρωτεύουσας, του Πορτ οφ Σπέιν, δεν είναι πιθανό να το δει. Αλλά όσο το Τρινιντάντ βυθίζεται στο κύμα ανομίας που σκάει στο νησί από τη Βενεζουέλα, τόσο χειρότερα φαίνεται να γίνονται τα πράγματα.

Η αλήθεια είναι επίσης, σημειώνει το BBC, πως ούτε όλοι οι ψαράδες του Τρινιντάντ είναι αθώα θύματα. Για παράδειγμα, απαγωγή έγινε και για να εξοφληθούν στα καρτέλ οι οφειλές ενός «ψαρά». «Το πρόβλημα των ναρκωτικών επιδεινώνεται διαρκώς» λέει μία κάτοικος στο βρετανικό δίκτυο.

Τα ερωτήματα πάντως παραμένουν, καθώς άνθρωποι και καταστάσεις φαίνεται να έχουν δύο όψεις, σαν νομίσματα. Πειρατές, ψαράδες- θύματα που δεν είναι τελικά και τόσο θύματα και απαγωγές που στην πραγματικότητα είναι ξεκαθάρισμα λογαριασμών και εξόφληση «οφειλών», όλα μαζί συνθέτουν το εξωτικό και συνάμα άνομο και επικίνδυνο σκηνικό στο παραδεισένιο κατά τα άλλα Τρινιντάντ.



Πηγή