Σύμφωνα με την έρευνα η λήψη αποτελεί δίκοπο μαχαίρι καθώς από τη μία μειώνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο για έμφραγμα ή εγκεφαλικό, από την άλλη όμως αυξάνει ακόμη περισσότερο τον κίνδυνο σοβαρής εσωτερικής αιμορραγίας στον εγκέφαλο, στο στομάχι ή στα έντερα.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Σιν Ζενγκ του Τμήματος Καρδιαγγειακής Ιατρικής του Βασιλικού Κολεγίου του Λονδίνου, οι οποίοι έκαναν τη δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό JAMA, αξιολόγησαν στοιχεία από 13 κλινικές μελέτες που σύγκριναν τις επιπτώσεις της λήψης ασπιρίνης (καθημερινής δοσολογίας 50 ως 500 μιλιγκράμ) σε σχέση είτε με ψευδοφάρμακο (πλασίμπο) είτε με καμία θεραπεία σε 164.225 ανθρώπους ηλικίας 53 έως 74 ετών χωρίς ιστορικό καρδιαγγειακού προβλήματος.
Η μετα-ανάλυση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η τακτική λήψη ασπιρίνης μειώνει κατά μέσο όρο κατά 15% την πιθανότητα εμφράγματος και κατά 19% την πιθανότητα ισχαιμικού εγκεφαλικού, αλλά αυξάνει κατά 43% τον κίνδυνο σοβαρού αιμορραγικού επεισοδίου.
«Η μελέτη δείχνει ότι υπάρχουν ακόμη ανεπαρκή στοιχεία που να επιτρέψουν να συστήσει κανείς την τακτική χρήση ασπιρίνης για την πρόληψη των εμφραγμάτων, των εγκεφαλικών και των καρδιαγγειακών θανάτων σε ανθρώπους χωρίς καρδιαγγειακή νόσο. Η χρήση της ασπιρίνης απαιτεί συζήτηση του ασθενούς με τον γιατρό, επειδή τα όποια μικρά δυνητικά καρδιαγγειακά οφέλη υπεραντισταθμίζονται από τον πραγματικό κίνδυνο σοβαρής αιμορραγίας», δήλωσε ο Ζενγκ σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Εγείρεται το σοβαρό ερώτημα κατά πόσο οι άνθρωποι που δεν είχαν προηγουμένως πάθει έμφραγμα ή εγκεφαλικό, πρέπει να παίρνουν ασπιρίνη προκειμένου να μειώσουν τον κίνδυνο για μελλοντικά καρδιαγγειακά επεισόδια. Κατά την άποψη μου δεν δικαιολογείται χρήση ρουτίνας της ασπιρίνης σε υγιείς ανθρώπους», πρόσθεσε, σύμφωνα με το Reuters και το Γαλλικό Πρακτορείο. Ο κίνδυνος αιμορραγίας είναι ακόμη μεγαλύτερος στους ηλικιωμένους σε σχέση με τους νεότερους ανθρώπους.